Μεγάλο και πολυπλόκαμο κύκλωμα εμπορίας και διακίνησης ναρκωτικών ουσιών, κυρίως στις περιοχές των Αχαρνών και της Φυλής, εξαρθρώθηκε από τη Διεύθυνση Ασφάλειας Αττικής.

Σύμφωνα με την αστυνομία, το δίκτυο συγκροτούσαν δύο εγκληματικές οργανώσεις και επτά συμμορίες, που είχαν φτιάξει ένα πολυδαίδαλο σχήμα. Στην υπόθεση εμπλέκονται περισσότερα από 50 άτομα, ενώ έχουν γίνει -έως αυτήν την ώρα- 22 συλλήψεις (20 Έλληνες και δύο Αλβανοί) και έχουν κατασχεθεί -μεταξύ άλλων- ποσότητες κοκαΐνης, ηρωίνης, κάνναβης, 42.150 ευρώ, έξι αυτοκίνητα, πιστόλι, φυσίγγια, καθώς και μηχανήματα από πλήρες εργαστήριο τυποποίησης και νόθευσης κοκαΐνης.

Η δράση τους

Η πρώτη εγκληματική οργάνωση, σύμφωνα με την αστυνομία αποτελεί βασικό διακινητή στην περιοχή της Αυλίζας και στην περιοχή του Πλάτωνα στις Αχαρνές, τα τελευταία χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα άτομα της οργάνωσης, είναι πάρα πολλά και όταν κάποιο εξ’ αυτών οδηγείται στη φυλακή, τη δράση της οργάνωσης συνεχίζουν τα υπόλοιπα μέλη. Αποτελούν αδιαμφισβήτητα από τους μεγαλύτερους εμπόρους ναρκωτικών στην περιοχή των Αχαρνών, με την προσέλευση των χρηστών να ξεπερνάει τους 100 χρήστες τη μέρα και να αποκομίζουν όφελος από 1.300 έως 1.500 ευρώ.

Η δεύτερη εγκληματική οργάνωση αποτελεί ιδιάζουσας μορφής ομάδα, όπου τα τέσσερα μέλη της διακινούν ναρκωτικές ουσίες σε διάφορες περιοχές της Αττικής. Είχαν αποκτήσει σταθερό πελατολόγιο χρηστών κοκαΐνης και κάνναβης, έχοντας ορίσει την τιμή πώλησης της κοκαΐνης στα -100- ευρώ το γραμμάριο.

Οι περιοχές που δραστηριοποιούνταν, περιελάμβαναν κυρίως τις Αχαρνές και τα Άνω Λιόσια, αλλά εκτείνονται και πέραν αυτών στη Νέα Φιλαδέλφεια, Μαρούσι, Ψυχικό, Φιλοθέη, Σπάτα, Κέντρο Αθήνας, Πειραιά, Γλυφάδα, Βάρη, Σπάτα κ.α. Διατηρούσαν στενή επαφή με μέλη της πρώτης εγκληματικής οργάνωσης, ενώ όπως διαπιστώθηκε με το πέρας των ερευνών, διέθεταν σε δύο οικίες των μελών της, πλήρως εξοπλισμένα εργαστήρια τυποποίησης και νόθευσης ναρκωτικών ουσιών.

Οι περιφερειακές ομάδες – συμμορίες, αποτελούσαν βασικές ομάδες διακίνησης ναρκωτικών ουσιών στις Αχαρνές, στις περιοχές Αγία Σωτήρα, Λόφου Αυλίζας και Σαράντα Μαρτύρων. Συνδέονταν στενά μεταξύ τους και είχαν προαποφασίσει να τηρούν σταθερή τιμή πώλησης των ναρκωτικών ουσιών, προκειμένου να μεγιστοποιούν τα κέρδη τους.

Τα μέλη συγκεκριμένης υποομάδας, μετέφεραν συστηματικά ποσότητες κάνναβης από χώρα των Βαλκανίων στην χώρα μας, με βασικό διακινητή 35χρονο αλλοδαπό, έγκλειστο σε σωφρονιστικό κατάστημα της χώρας και άμεσο βοηθό του 37χρονη ημεδαπή. Τα μέλη της συγκεκριμένης υποομάδας, προμήθευαν συστηματικά διακινητές, κυρίως στην περιοχή των Αχαρνών και των Άνω Λιοσίων.

Σημειώνεται ότι, ο 35χρονος αλλοδαπός, συνελήφθη στα τέλη του περασμένου Δεκέμβρη από αστυνομικούς του Τμήματος Δίωξης Λαθρομεταναστών στην περιοχή της Θεσπρωτίας, ενώ μετέφερε -105- κιλά κάνναβης. Επίσης ο ίδιος οργάνωσε και κανόνισε μεταφορά ποσότητας κάνναβης όντας έγκλειστος, με συνεργούς του τέσσερα άτομα αλλοδαπούς ένας εκ των οποίων συνελήφθη από αστυνομικούς της ίδιας υπηρεσίας για μεταφορά -117- κιλών.

Ενδεικτικό των μέτρων προφύλαξης που λάμβαναν τα μέλη του εγκληματικού δικτύου ήταν ότι χρησιμοποιούσαν διάφορα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και διαδικτυακές εφαρμογές, προκειμένου να αποφεύγουν να επικοινωνούν μέσω τηλεφώνων. Επίσης, κατά τις συνομιλίες τους, χρησιμοποιούσαν ειδικό φρασεολόγιο και κωδικούς, για να μην γίνονται αντιληπτοί από τις Αρχές. Ενδεικτικά αναφέρονται :

  • Ως «πράσινα», «πρασινάδα» ή «πράσα», το χασίς λόγω του πράσινου χρώματος της συσκευασίας τους, καθώς και «λάστιχα».
  • Τα ναρκωτικά δισκία τα ονόμαζαν «καραμέλες», λόγω του σχήματος και του λευκού χρώματός τους.
  • Την ηρωίνη την αποκαλούσαν «κογιανή» ή «κουγιανή». Επίσης την ανέφεραν ως «κρέας», «σόδα, «θέμα», «κάστανα» , «καφέ», λόγω του καφέ σκούρου χρώματος που έχει.
  • Την κοκαΐνη την ονόμαζαν «άσπρη» ή «χιόνι», λόγω του λευκού χρώματος της ουσίας. Πολλές φορές την αποκαλούσαν «κοκορέτσι».
  • Το ένα κιλό ναρκωτικής ουσίας ως «αμάξι».
  • Την αστυνομική επιχείρηση ως «πέσιμο» ή «γάμο» ή «πανηγύρι».
  • Για τις ποσότητες χρησιμοποιούσαν τον όρο «γραμμές», η οποία υποδήλωνε τα γραμμάρια (1 γραμμή=1 γραμμάριο).
  • Τα χρήματα τα αποκαλούν “χαρτιά“, λόγω της χάρτινης υφής τους και “λοβέ

Δείτε τα ευρήματα της αστυνομίας: