Να παύσει, επιτέλους, η βιομηχανία αγωγών ζητά η ΕΣΗΕΑ, που όπως σημειώνει «μοναδικό σκοπό έχουν να πλήξουν την ελευθερία του Τύπου». Η ανακοίνωση ήρθε σε συνέχεια των αγωγών Τσίπρα κατά Κουρτάκη, Παπαχρήστου και Νέων με αφορμή τα δημοσιεύματα για τη βίλα του Σουνίου.

«Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ, με αφορμή τις αγωγές του πρώην Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα κατά των δημοσιογράφων Ιωάννη Κουρτάκη και Γιώργου Παπαχρήστου, εκφράζει για μια ακόμη φορά την έντονη αντίθεσή του για τις ενέργειες πολιτικών προσώπων, που καταφεύγουν σε αγωγές κατά δημοσιογράφων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για προβεβλημένα πολιτικά πρόσωπα και επαναλαμβάνει τη πάγια θέση του για την κατάργηση του τυποκτόνου νόμου 1178/81, ώστε να παύσει, επιτέλους, η βιομηχανία αγωγών, που μοναδικό σκοπό έχουν να πλήξουν την ελευθερία του Τύπου.

Το Δ.Σ. της ΕΣΗΕΑ τονίζει ότι τα θέματα που προκύπτουν από την δημόσια κριτική, η οποία πρέπει πάντα να στηρίζεται στις αρχές του Κώδικα Δεοντολογίας του δημοσιογραφικού επαγγέλματος, όπως ψηφίστηκε από τη Γ.Σ. της ΕΣΗΕΑ, το 1998 και του Παγκόσμιου Χάρτη Δημοσιογραφικής Δεοντολογίας της ΔΟΔ, δεν πρέπει να επιλύονται στις αίθουσες των Δικαστηρίων» αναφέρεται στην ανακοίνωση.

Ο Γιώργος Παπαχρήστος απαντώντας από τη στήλη του «Στίγμα» αναφέρει: 

Ο «υπερτυχερός» κ. Τσίπρας, στριμωγμένος όπως είναι από την εσωκομματική αντιπολίτευση, και τη διαρκή αποσυσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ, μία επιλογή είχε για να ξεφύγει από τις συμπληγάδες: τη «φυγή προς τα εμπρός». Επέλεξε όμως να την κάνει με τον χειρότερο τρόπο, το χειρότερο μέσο και για τον χειρότερο λόγο. Ασκησε αγωγή εις βάρος μου (όπως και στον Γιάννη Κουρτάκη) για την υπόθεση της βίλας στο Σούνιο. Μου ζητάει 1 εκατομμύριο ευρώ ως ηθική ικανοποίηση για τη βλάβη που «προξένησα» (;) στην τιμή και την υπόληψή του και 1 εκατ. από την εταιρεία ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ που εκδίδει «ΤΑ ΝΕΑ» και αυτομάτως γίνεται:

– ο πρώτος τέως πρωθυπουργός και νυν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο οποίος δι’ αγωγής επιχειρεί να απαξιώσει παντελώς οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά, επαγγελματικά έναν δημοσιογράφο (δυο στην πραγματικότητα, με τον Κουρτάκη), επειδή σταθερά του ασκεί κριτική για πράξεις ή παραλείψεις του

– ο πρώτος τέως πρωθυπουργός και νυν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο οποίος επιμένει στη φρικώδη νεοκομμουνιστική αντίληψη «περί συμμόρφωσης» του Τύπου στην «ομοιομορφία» της «γραμμής», καθώς ζητάει από το δικαστήριο να του επιδικάζει 10.000 ευρώ για κάθε μελλοντική αναφορά μου στο όνομά του την οποία εκείνος, και μόνο εκείνος, θα κρίνει ως δυσφημιστική (μιλάμε για κανονικό φίμωτρο δηλαδή)

– ο πρώτος δημοκρατικά εκλεγμένος τέως πρωθυπουργός και νυν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ο οποίος επιμένει σε φασίζουσες αντιλήψεις της κατηγορίας «όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εχθρός μας». Κατ’ εφαρμογήν του δικού του δόγματος «ή θα τους εξοντώσουμε ή θα μας εξοντώσουν», «ή αυτοί ή εμείς» και άλλα πολλά τα οποία χαρακτήρισαν τα καταστροφικά για τη Δημοκρατία και τους θεσμούς 4*/2 χρόνια της διακυβέρνησής του.

Η απόπειρα να με φιμώσει με βάση ένα ΥΠΑΡΚΤΟ ΘΕΜΑ (η ενοικίαση της βίλας με το αδιανόητα προκλητικό αντίτιμο των 500 ευρώ τον μήνα, η συμφωνία, η ανακαίνιση) έρχεται, επίσης ως συνέχεια της συμπεριφοράς του απέναντι στον Τύπο τόσο πριν από την ανάληψη της πρωθυπουργίας τον Ιανουάριο του 2015, όσο και κατά τη διάρκεια της περιόδου που την άσκησε.

Οι επιμελείς αναγνώστες μου θα ενθυμούνται ότι είτε ως αρχηγός της αντιπολίτευσης είτε ως πρωθυπουργός επιδίωξε και τελικά επέτυχε το κλείσιμο του MEGA, την απόπειρά του να κλείσει τον ΔΟΛ (όταν απέτυχε το σχέδιό του να τον εκχωρήσει στον επιχειρηματία Σαββίδη και μέσω αυτού να μας ελέγξει απολύτως δημιουργώντας ένα φιλοσυριζαίικο συγκρότημα Τύπου), τον έλεγχο του «ΕΘΝΟΥΣ», και τελικά το κλείσιμό του. Και όλοι φυσικά θα θυμούνται τις προσπάθειές του να στήσει μέσω του Χρ. Καλογρίτσα ένα φιλικό προς τον ΣΥΡΙΖΑ κανάλι, με τον παράνομο και αντισυνταγματικό νόμο Παππά ή μέσω του I. Σαββίδη, ο οποίος ομολόγησε ότι υποδυόταν τον λαγό της κυβέρνησης για να επιτύχει μεγαλύτερο τίμημα για τις άδειες και να εξοντώσει οικονομικά άλλους επιχειρηματίες που μετείχαν του διαγωνισμού.

Ο βίος και η πολιτεία του Αλ. Τσίπρα στον χώρο των Μ ΜΕ λοιπόν είναι γνωστός και καταγεγραμμένος Ομως το θέμα δεν είναι αυτό. Το θέμα είναι ποιον νομίζει ότι μπορεί να κοροϊδέψει, στρεφόμενος κατά του Τύπου για την εξόφθαλμη υπόθεση της βίλας στο Σούνιο; Ποιον πιστεύει ότι θα πείσει ρίχνοντάς του στάχτη στα μάτια, όπως είναι η αγωγή, και αν μπορεί με μια τόσο αποπροσανατολιστική κίνηση να αποκρύψει το προκλητικά προφανές: ότι νοικιάζει βίλα στο Σούνιο με ενοίκιο που απαντάται σε δυάρι στην Κυψέλη ή τα Πατήσια Ασφαλώς χρειάζεται περισσό θράσος να υποστηρίξεις κάτι τέτοιο. Και ο κ. Τσίπρας αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι διαθέτει τεράστιες ποσότητες. Νομίζει ότι ο λαός παραμένει στην εποχή του «σανού» -τότε που τον τάιζε, τάζοντάς του νταούλια και ζουρνάδες που θα χόρευαν στο ταψί την Ευρώπη…

(Τα υπόλοιπα, που είναι και περισσότερα, στις 20 Μαΐου, στο δικαστήριο…)

Λάσπη

Μαζί με την αγωγή πάντως , σχεδόν ταυτόχρονα, ο ΣΥΡΙΖΑ μοίρασε διά του γραφείου Τύπου του, κείμενο, στο οποίο ο κ. Τσίπρας αναφέρει, σχεδόν απολογητικά, ότι κατέφυγε στις αγωγές διότι είναι θύμα «συντονισμένης εκστρατείας κατασυκοφάντησης», η οποία «ενορχηστρώθηκε από γνωστό κεντρικό επιτελείο». Παραλίγο να κλάψω. Αλλά μετά παρατήρησα ότι δεν δίνει κανένα στοιχείο. Πετάει τη λάσπη στον ανεμιστήρα και όποιον πάρει ο χάρος. Κάνει ακριβώς ό,τι κατηγορεί εμένα, αλλά δεν αισθάνεται την ανάγκη να δώσει περαιτέρω στοιχεία. Στο μέλλον ίσως…

Το δεύτερο στοιχείο που αναφέρεται στο κείμενο του ΣΥΡΙΖΑ (για να δικαιολογηθεί η αγωγή) κάνει λόγο για προσπάθεια «αποδόμησής» του ως πολιτικού και σύνδεσής του με τη διαπλοκή μέσω «ψευδών» ισχυρισμών. Και εδώ πλατσουρίζει στη λάσπη, πλην όμως το παρακάμπτω. Αλλά υποθέτω στο δικαστήριο που θα γίνει, θα εξηγήσει και την εξαετή διαμονή του στην κατοικία του εφοπλιστή Θαν. Μαρτίνου στο Σούνιο και τις βόλτες με το κότερο της Κατ. Παναγοπούλου τον Αύγουστο του 2018, λίγες ημέρες μετά την εκατόμβη στο Μάτι, για να του φύγει ο καημός. Οπως και διάφορα άλλα που δεν είναι της παρούσης, αλλά εδώ είμαστε, αρχής γενομένης… άσ’ το καλύτερα. Εχουμε όλο τον χρόνο μπροστά μας…

Τα Νέα με ένα κείμενο του Μιχάλη Μήτσου κατηγορούν τον Αλέξη Τσίπρα για προσφάθεια φίμωσης της εφημερίδας.

Στο δημοσίευμα αναφέρεται:

Η φιλοσοφία στην οποία στηρίζονται οι νόμοι περί Τύπου σε όλο τον κόσμο είναι να μπορεί να προστατεύεται ένας πολίτης από δημοσιεύματα που θεωρεί ότι θίγουν την τιμή και την υπόληψή του. Μη έχοντας άλλο μέσο να υπερασπιστεί τον εαυτό του, ο πολίτης προσφεύγει στην ανεξάρτητη δικαιοσύνη, η οποία κρίνει αν υπήρξε συκοφαντία και αν υπήρξε δόλος.

Οι πολιτικοί είναι βέβαια και αυτοί πολίτες. Εχουν όμως πολύ μεγαλύτερη δύναμη από αυτούς – ιδίως αν ηγούνται των κομμάτων τους και, ακόμη περισσότερο, αν είναι νυν ή πρώην πρωθυπουργοί. Μπορούν να μιλούν στη Βουλή. Μπορούν να εκδίδουν ανακοινώσεις. Μπορούν να δίνουν συνεντεύξεις ή να αρθρογραφούν. Οταν λοιπόν δέχονται κριτική, καλόπιστη ή κακόπιστη, διαθέτουν πολλά μέσα για να απαντήσουν. Με τον τελικό κριτή να είναι ούτως η άλλως ο λαός.

Ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε έναν άλλο δρόμο για να απαντήσει στα ρεπορτάζ για τη δεύτερη κατοικία του. Κατέθεσε αγωγή εναντίον της ΑΛΤΕΡ ΕΓΚΟ, του Γ. Χρ. Παπαχρήστου και του Γιάννη Κουρτάκη, ζητώντας το ιλιγγιώδες ποσό του ενός εκατομμυρίου ευρώ από τον καθένα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά ζητά να του καταβάλλονται και 10.000 ευρώ «για κάθε μελλοντική προσβολή της προσωπικότητάς του»… Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ, που όπως επισημαίνει ο Ευάγγελος Βενιζέλος έχει πολλές φορές τροφοδοτήσει με δημόσιες τοποθετήσεις του τη βαριά προσβολή της προσωπικότητας πολιτικών του αντιπάλων, επιτρέπει έτσι την υποψία, αν όχι τη βεβαιότητα, ότι ο πραγματικός του στόχος δεν είναι να διορθωθούν ενδεχόμενες ανακρίβειες και να λάμψει η αλήθεια για κάποιο σπίτι που νοικιάζει, με το μίσθωμα που το νοικιάζει. Αλλά να εκφοβιστούν, ή και να φιμωθούν, δημοσιογράφοι που τον ενοχλούν. Οπως και να λογοκριθούν, ή να αυτολογοκριθούν, μέσα ενημέρωσης που ασκούν κριτική τόσο στον ίδιο όσο και στο κόμμα του. Με βάση τη λογική του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, όποτε κρίνει ο ίδιος ότι προσβάλλεται η προσωπικότητά του θα πρέπει να αποζημιώνεται με 10.000 ευρώ. Αντιλαμβάνεται κανείς πού θα οδηγούσε η επικράτηση αυτής της λογικής.

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Τσίπρας τα βάζει με «ΤΑ ΝΕΑ». Στη διάρκεια της πρωθυπουργίας του είχε επιτεθεί επανειλημμένα εναντίον της εφημερίδας μας, ενώ είχε κατηγορηθεί και για προσπάθεια εγκαθίδρυσης ενός διευθυντή που θα διέκειτο ευνοϊκά προς το κόμμα του. Δεν τα κατάφερε. Οχι επειδή προστάτευσαν την εφημερίδα κάποιοι ισχυροί παράγοντες του πολιτικού ή οικονομικού κόσμου. Αλλά επειδή τη στήριξαν οι δημοσιογράφοι της και οι αναγνώστες της. Ετσι συμβαίνει στις δημοκρατίες και στα κράτη δικαίου. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όμως, έχει μια περίεργη αντίληψη για τη δημοσιογραφία. Σε χθεσινή αγοραίου ύφους ανακοίνωσή του με την οποία απαντά στη ΝΔ, υποστηρίζει με ζηλευτή βεβαιότητα («ήταν άλλωστε σε όλους γνωστό») ότι «στα γραφεία της σχεδιάστηκε και ενορχηστρώθηκε αυτή η φθηνή και κίτρινη απόπειρα αντιπερισπασμού με τη δήθεν βίλα εκατομμυρίων του Αρχηγού της Αντιπολίτευσης».

Για τον ΣΥΡΙΖΑ, και τον αρχηγό του που είχε πει κάποτε την παροιμιώδη φράση «ή θα τούς τελειώσουμε ή θα μας τελειώσουν», οι εφημερίδες χωρίζονται ανάλογα με την εποχή σε «αντιμνημονιακές» και «μνημονιακές», «καλές» και «κακές», τέλος πάντων «δικές μας» και «δικές τους». Καμιά από αυτές δεν υπηρετεί πραγματικά τη δημοσιογραφία. Κομματικά όργανα είναι. Κυβερνήσεις θέλουν να ανεβοκατεβάζουν.

Αυτός είναι λοιπόν ο δεύτερος στόχος της αγωγής του κ. Τσίπρα: στην προσπάθεια του να ξεκολλήσει το κόμμα του από τη δημοσκοπική καθήλωση, επιδιώκει να εμφανιστεί ως θύμα όχι μιας εφημερίδας, αλλά μιας κυβερνητικής εκστρατείας- Αλλά σε αυτό δεν μπορούμε να τον βοηθήσουμε.

Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης δείχνει να αντιλαμβάνεται την ελευθερία του λόγου με οργουελιανό τρόπο, τονίζει ο Κώστας Μποτόπουλος. Και αυτό δεν είναι καλό ούτε για τον ίδιο ούτε για το κόμμα του, αλλά ούτε και για την Αριστερά εν γένει. Ενα ηγετικό στέλεχος του ΚΚΕ έλεγε κάποτε ότι «μπορείς να λες την άποψή σου αρκεί να είναι η σωστή». Ο Αλέξης Τσίπρας δείχνει να συμφωνεί με την ελευθερία του λόγου μόνο όταν τον συμφέρει. Εμείς πάλι πιστεύουμε στον πλουραλισμό. Και αυτόν θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε.