Οι κινδυνολόγοι που προέβλεπαν απότομες παρεκκλίσεις στην προσέγγιση του Βερολίνου για τον έλεγχο και την αποτροπή πυρηνικών όπλων έκαναν λάθος. Η συμφωνία συνασπισμού της κυβέρνησης δίνει έμφαση στην συνέχιση περισσότερο παρά στην αλλαγή.

Ο Γερμανικός κυβερνητικός συνασπισμός “traffic light” ανέλαβε καθήκοντα, μπαίνοντας σε ένα τοπίο εξαιρετικά ρευστής διεθνούς ασφάλειας και ελέγχου όπλων. Εν μέσω του ενδιαφέροντος και της προσοχής του κόσμου στο φάσμα του πολέμου ανάμεσα στη Ρωσία και την Ουκρανία, οι Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες παρακολουθούν επίσης πολύ στενά τις ομιλίες στρατηγικής σταθερότητας ΗΠΑ-Ρωσίας και την επικείμενη αναθεώρηση του εγγράφου Nuclear Posture Review από τη Διοίκηση του Βΐάβη.

Πάνω σε αυτό το δυναμικό φόντο, η Γερμανική συμφωνία κυβερνητικού συνασπισμού συμπεριελάμβανε πολύ προσεκτική γλώσσα—πιθανότατα διαφώνησε με το Κόμμα των Σοσιαλδημοκρατικών (8ΡΟ),τους Πράσινους( the Greens)Kai το κόμμα των Φιλελεύθερων Δημοκρατικών (FDP)—σχετικά με το μελλοντικό ρόλο της Γερμανίας στην πυρηνική αποστολή του ΝΑΤΟ . Εκείνοι στην Ουάσινγκτον και τις Ευρωπαϊκές Πρωτεύουσες που- αρχικά- ανησύχησαν για Γερμανική οπισθοχώρηση από την πυρηνική αποτροπή του ΝΑΤΟ , πιθανότατα ανακουφίστηκαν όταν διάβασαν προσεκτικά το έγγραφο.

Αν και η συμφωνία συνασπισμού είναι μόνο ένα πρώτο σημείο εκκίνησης για το μέλλον της εξωτερικής πολιτικής της Γερμανίας, το πλαίσιο της προσέγγισης του Βερολίνου στον έλεγχο των πυρηνικών όπλων φαίνεται αρκετά ξεκάθαρο: Ενώ η νέα κυβέρνηση θα στηρίξει τις κληροδοτημένες πρωτοβουλίες για να στηρίξει τον πυρηνικό αφοπλισμό, και τα σχέδια να παρακολουθήσουν την επικείμενη Συνάντηση των χωρών μελών (Meeting of States Parties MSP) της Συνθήκης για την Απαγόρευση πυρηνικών όπλων( Treaty on the Prohibition of Nuclear Weapons TPNW), οι διμερείς συνομιλίες ΗΠΑ-Ρωσίας συνεχίζουν να θεωρούνται το κύριο όχημα προς τη μείωση μη- στρατηγικών πυρηνικών όπλων (NSNW) στην Ευρώπη.

Η Συμφωνία Συνασπισμού

Η πυρηνική αποτροπή του ΝΑΤΟ περιλαμβάνει 100 μη στρατηγικές Β-61 βόμβες πυρηνικής βαρύτητας που έχουν αξιοποιηθεί από τις ΗΠΑ, το Βέλγιο, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Ολλανδία και την Τουρκία. Η χρήση τους κατά τη διάρκεια πολέμου βρίσκεται σε εκκρεμότητα εξουσιοδότησης από τον Αμερικανό Πρόεδρο και θα τεθεί σε ισχύ από το συμμαχικό Dual Capable Aircraft (DCA) και τους πιλότους. Εν μέσω διεθνούς αβεβαιότητας σχετικά με τη συνεχιζόμενη προθυμία της Γερμανίας να συμμετάσχει σε αυτήν τη σύνθεση ,η συμφωνία συνασπισμού παρείχε σημαντικά στοιχεία : Τόνισε τη δέσμευση της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ ως τον κεντρικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής ασφάλειας και επεσήμανε την υποστήριξη της στην απόκτηση νέου πυρηνικού διαδόχου του γερασμένου στόλου των μαχητικών Tornado fighter jets του Βερολίνου. Επιπλέον,τ ο έγγραφο ανακοίνωσε την πρόθεση της Γερμανίας να συμμετάσχει ως παρατηρητής στην TPNW MSP, και απαίτησε μία “επιθετική πολιτική αφοπλισμού ,” εγγυήθηκε υποστήριξη της συμφωνίας διαδοχής του New START και των ομιλιών ΗΠΑ-Ρωσίας για “πλήρη αφοπλισμό στην υπό-στρατηγική περιοχή,” ενώ εξέφρασε επιθυμία για περαιτέρω ανάμιξη της Κίνας στον έλεγχο πυρηνικών όπλων.

Το ΝΑΤΟ φοβάται μεταστροφή θέσης της Γερμανίας

Για μήνες, οι ομιλίες για να σχηματιστεί μία νέα Γερμανική κυβέρνηση παρακολουθούνταν με ανησυχία από τις πρωτεύουσες του ΝΑΤΟ , δεδομένων των προηγούμενων θέσεων των μερών του συνασπισμού στα θέματα λειτουργίας του καταμερισμού πυρηνικών (π,χ η προθυμία να φιλοξενήσουν χρησιμοποιημένα πυρηνικά όπλα και να συνεισφέρουν στο DCA posture του ΝΑΤΟ). Μιλώντας σε μία διάσκεψη στο Βερολίνο στις 19 Νοεμβοίου. μόλις μέρες πριν να κυκλοφορήσει η συμφωνία συνασπισμού, ο Γενικός Γραμματέας του NATO Jens Stoltenberg ξεκαθάρισε ότι “βασίζεται” στη δέσμευση της Γερμανίας να παραμείνει προσηλωμένη στον καταμερισμό  των πυρηνικών του  ΝΑΤΟ. Συνέχισε προειδοποιώντας ότι “η εναλλακτική είναι ότι εύκολα μπορούμε να καταλήξουμε με πυρηνικά όπλα σε άλλες χώρες της Ευρώπης, επίσης στην Ανατολική Γερμανία.” Εν τω μεταξύ, άλλα μέλη του ΝΑΤΟ ένιωσαν άγχος για το ότι μία ενδεχόμενη οπισθοχώρηση της Γερμανίας από τον καταμερισμό των πυρηνικών θα μπορούσε να πυροδοτήσει το φαινόμενο του domino effect ανάμεσα σε άλλους συμμάχους του NATO DCA , συμπεριλαμβανομένου του Βελγίου και της Ολλανδίας. Τέτοιες φοβίες συνδυάστηκαν με μεμονωμένες ανησυχίες σχετικά με την επικείμενη αναθεώρηση του εγγράφου Nuclear Posture Review από τη Διοίκηση του Biden και την πιθανότητα ότι μία διακήρυξη “απλού σκοπού” ή “όχι πρώτη χρήση” θα μπορούσε να αποδυναμώσει την αξιοπιστία της παρατεταμένης πυρηνικής αποτροπής στην Ευρώπη.

Και οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ δεν είχαν λόγο να ανησυχούν. Την προηγούμενη άνοιξη, η πρόταση της τότε Υπουργού Αμύνης της Γερμανίας Annegret Kramp- Karrenbauer να αντικαταστήσει το Γερμανικό στόλο Tornado DCA με 90 Eurofighters και 45 F-18 Αμερικανικά αεροσκάφη (30 εκ των οποίων θα μπορούσαν να μεταφέρουν πυρηνικά όπλα) αμφισβητήθηκε από τους Σοσιαλδημοκράτες . Σύμφωνα με τη Γερμανίδα ακαδημαϊκό Pia Fuhrhop, οι θέσεις στο Γερμανικό διάλογο θα μπορούσαν να κατηγοριοποιηθούν σε τρία στρατόπεδα: Στους «Αbolitionists” που είναι υπέρ της κατάργησης (μέλη του κόμματος του SPD και των Πρασίνων, συν των Die Linke) και προτίθενται να τερματίσουν τη συμμετοχή της Γερμανίας στον καταμερισμό των πυρηνικών, καθώς θεωρούν ότι η πυρηνική αποτροπή είναι μία-θεμελιωδώς- ελαττωματική πολιτική; Στους ’uneasy progressives’ (τους ανήσυχους προοδευτικούς- μέλη του SPD και των Πρασίνων) οι οποίοι αναγνωρίζουν την ανάγκη κάποιας μορφής πυρηνικής αποτροπής στην Ευρώπη ,επικριτικοί οποιοσδήποτε μονομερούς οπισθοχώρησης της Γερμανίας, παρόλα αυτά επίσης ανυποχώρητοι στο ότι πρέπει να γίνει πραγματική πρόοδος προς τον πυρηνικό αφοπλισμό και στους ‘nuclear sharing supporters’ ( τους υποστηρικτές του καταμερισμού των πυρηνικών που βρίσκονται στους συντηρητικούς κόλπους των κομμάτων CDU/CSU και FDP).

“Αυτή η έλλειψη ομοφωνίας συνδυάστηκε περαιτέρω με μία διαφοροποίηση στο Γερμανικό διάλογο ανάμεσα στα πυρηνικά ως όπλα πολιτικής διαπραγμάτευσης έναντι πραγματικών εργαλείων πολέμου.”

Η κατάληξη είναι ότι κάποιοι απορρίπτουν τη συνεισφορά των Γερμανών στο DCA του ΝΑΤΟ, παρόλα αυτά υποστηρίζουν την πολιτική συμμετοχή του Βερολίνου σε συμβουλευτικούς μηχανισμούς καταμερισμού πυρηνικών.

Δεδομένων των διαχωρισμών του κυβερνώντος κόμματος του SPD και των Πρασίνων (Greens), ιδιαίτερα, η γλώσσα στη συμφωνία συνασπισμού για τον καταμερισμό των πυρηνικών δεν ήταν δεδομένη. Στην πραγματικότητα, μόλις λίγες εβδομάδες, ένα εξέχον μέλος των Σοσιαλδημοκρατικών δήλωσε ότι θέλει τα Β-61 “έξω από τη χώρα” και ένα μορατόριο 4-5 χρόνων για την αντικατάσταση του στόλου Tornado .Όντως, η συμφωνία χρειάστηκε μία-κάπως- αινιγματική προσέγγιση για την επίλυση του θέματος, δηλώνοντας ότι η Γερμανία θα προβεί στην απόκτηση και στη διαδικασία πιστοποίησης για τα καινούργια πολεμικά jets με σκοπό τη διατήρηση της Γερμανικής συμμετοχής στον καταμερισμό πυρηνικών, χωρίς να δεσμεύεται ξεκάθαρα στην αποστολή αποτροπής πυρηνικών του ΝΑΤΟ. Όμως, παρατηρητές στις πρωτεύουσες του ΝΑΤΟ μάλλον το άκουσαν με ανακούφιση, κρίνοντας τη γλώσσα του εγγράφου επαρκώς δεσμευτική.

Οι πολιτικές ελέγχου πυρηνικών όπλων και αφοπλισμού της Γερμανίας

Σε αυτό το φόντο, και κρίνοντας από τις πρόσφατες δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων, ο μελλοντικός έλεγχος των πυρηνικών όπλων και οι προσπάθειες αφοπλισμού από το Βερολίνο θα έχουν αυτά τα τέσσερα κύρια χαρακτηριστικά:

Πρώτα από όλα, η Γερμανία συνεχίζει να βλέπει μία συμφωνία βασισμένη σε αμοιβαίες υποχρεώσεις από τη Μόσχα και την Ουάσιγκτον ως την κύρια λεωφόρο για την επίτευξη NSNW μειώσεων στην Ευρώπη, σε ευθυγράμμιση με ένα πρότυπο το οποίο πλαισίωσε -σε πολύ μεγάλο βαθμό- το Γερμανικό διάλογο και τη θέση της κυβέρνησης την τελευταία δεκαετία. Αντί να κάνει δραματικά μονομερή βήματα, όπως -προληπτικά-να θέσει τον εαυτό του εκτός διαδικασίας καταμερισμού πυρηνικών , το Βερολίνο θα στηρίξει διμερείς διαλόγους ανάμεσα στη Ρωσία και στις ΗΠΑ σε μία συμφωνία μετά New START εποχής η οποία-ιδανικά- περιλαμβάνει μη-στρατηγικά πυρηνικά όπλα. Στο πλαίσιο τέτοιων συνομιλιών, η συνεχής παρουσία των Β-61 στην Ευρώπη θεωρείται Αμερικανική διαπραγματευτική πολιτική απέναντι στη Μόσχα. Παρόλα αυτά, ο Γερμανικός διάλογος παραμένει επιφανειακός σχετικά με το πώς μία χορογραφία βιώσιμου ελέγχου όπλων ,για να συμπεριλάβει τον NSNW, θα μπορούσε να μοιάζει στέρεη: πώς αυτά τα συστήματα θα μπορούσαν να συνδεθούν με άλλα στοιχεία της πολυπόθητης “νέας εξίσωσης ασφάλειας” της Ρωσίας και το είδος της συμφωνίας οπλικού ελέγχου. Είναι στα χέρια της Ρωσίας και των ΗΠΑ να τετραγωνίσουν αυτόν τον κύκλο.

Δεύτερον, η νέα Γερμανική κυβέρνηση, όπως η προκάτοχός της, τρέφει ψευδαισθήσεις ότι η Κίνα, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο—που επίσης αναγνωρίζονται ως χώρες πυρηνικών όπλων υπό τον ΝΡΤ—μπορούν να πειστούν να μειώσουν το στόλο τους πολύ σύντομα. Η πρόσκληση της συμφωνίας συνασπισμού να συμπεριληφθεί η Κίνα περισσότερο στον έλεγχο των πυρηνικών όπλων είναι ενδεικτική της πιθανής συνέχισης ενός πιο γενικού “περιπάτου” σε τεντωμένο σκοινί με το Πεκίνο, το οποίο το Βερολίνο έχει χαρακτηρίσει συνεργάτη, συναγωνιστή και ανταγωνιστή ταυτόχρονα. Εν τω μεταξύ,η ισχυρή γλώσσα της συμφωνίας συνασπισμού με τη στήριξη ΝΑΤΟ ως την “αναντικατάστατη βάση της ασφάλειας της Γερμανίας, ’’συνδυάστηκε με την έλλειψη αναφοράς σε έναν Ευρωπαϊκό στρατό, υποδηλώνοντας ότι οι φιλοδοξίες για ισχυρότερη Ευρωπαϊκή “στρατηγική κυριαρχία” δεν συνεπάγονται- απαραίτητα- μεγαλύτερη δεκτικότητα της προσφοράς της Γαλλίας να συμμετέχουν οι Ευρωπαίοι στις πυρηνικές ασκήσεις της Γαλλίας. Ο Lars Klingbeil, ο καινούργιος συν-ηγέτης του SPD , προηγουμένως απέρριψε μία πιο προχωρημένη πρόταση του CDU για ισχυρότερη Γερμανο-γαλλική συνεργασία στο θέμα της πυρηνικής αποτροπής ως “επικίνδυνη και περίεργη”.

Τρίτον,η ενδεχόμενη δέσμευση της Γερμανίας με τον TPNW πιθανόν να έχει σκοπό μία δίκαιη συναλλαγή η οποία θα αντισταθμίσει και θα περιορίσει τον αντίκτυπο σχετικά με την αντικατάσταση των Tornado μέσα από το αντι-πυρηνικό εκλογικό σώμα του SPD και των Πρασίνων. Παρά την δηλωθείσα προειδοποίηση ότι η Γερμανία σκοπεύει να επιτηρεί τα σχέδια του TPNW MSP “εξαιτίας των αποτελεσμάτων της Διάσκεψης ΝΡΤ Review Conference,” και “σε στενή διαβούλευση με τους συμμάχους της”, φαίνεται ότι η Γερμανία θα φέρει εις πέρας την ανοικτή δέσμευσή της, όμως δε θα συναινέσει στην Συνθήκη Απαγόρευσης( Ban Treaty) όσο το ΝΑΤΟ παραμένει μία πυρηνική συμμαχία. Κάποιοι από τους κόλπους των ειδικών της Γερμανίας ζητούν εδώ και πολύ καιρό από το Βερολίνο και άλλες Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες να δεσμευτούν στο TPNW εποικοδομητικά. Παρά την επικριτική συμπεριφορά του ΝΑΤΟ σχετικά με το “φλερτ” των συμμάχων με τη Συνθήκη Απαγόρευσης (the Ban Treaty), η συμβιβαστική γλώσσα της συμφωνίας συνασπισμού για την αποτροπή πυρηνικών κατά του αφοπλισμού προφανώς κατευνάζει τις ανησυχίες και από τα γεράκια της άμυνας και τους υποστηρικτές του αφοπλισμού – τουλάχιστον για την ώρα.

Τελικά, οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης για μία “επιθετική πολιτική αφοπλισμού” και με τη Γερμανία να παίζει έναν “ηγετικό ρόλο στην ενίσχυση των διεθνών πρωτοβουλιών αφοπλισμού και στα καθεστώτα μη διάδοσης πυρηνικών” υποδηλώνουν τη στήριξη του Βερολίνου στις προσπάθειες όπως Η Πρωτοβουλία της Στοκχόλμης  (Stockholm lnitiative) και Nonproliferation and Disarmament Initiative (NPDI).Φιλοξενώντας από κοινού την 5η υπουργική συνάντηση , μόλις μία εβδομάδα στην νέα θέση της υπουργού Εξωτερικών της Γερμανίας, η Annalena Baerbock υποσχέθηκε στα μέσα του Δεκέμβρη ότι ήταν ώρα να τερματιστεί το παρατεταμένο αδιέξοδο του πυρηνικού αφοπλισμού. Συνέχισε λέγοντας ότι η Πρωτοβουλία της Στοκχόλμης( Stockholm lnitiative) θα μπορούσε να λειτουργήσει ως “γέφυρα” πριν από την επικείμενη Διάσκεψη ΝΡΤ Review Conference, καθώς συγκεντρώνει κράτη “πρόθυμα να φέρουν νέα πνοή και δύναμη στις προσπάθειες πυρηνικού αφοπλισμού.” Σε άλλους τομείς, η νέα Γερμανική κυβέρνηση είναι επίσης πιθανό να επιδιώξει τη συνέχιση παρά την αλλαγή, υποστηρίζοντας προσπάθειες αποκατάστασης του σχεδίου Joint Comprehensive Plan of Action (JCPOA) με το Ιράν, καθώς επίσης και του διαλόγου σχετικά με τον αντίκτυπο των μη- πυρηνικών τεχνολογιών στη στρατηγική σταθερότητα-μεταξύ άλλων πρωτοβουλιών.

Συνέχιση παρά αλλαγή

Οι κινδυνολόγοι που προέβλεπαν απότομες παρεκκλίσεις στην προσέγγιση του Βερολίνου για τον έλεγχο και την αποτροπή πυρηνικών όπλων έκαναν λάθος. Η συμφωνία συνασπισμού της κυβέρνησης δίνει έμφαση στην συνέχιση περισσότερο παρά στην αλλαγή. Η Γερμανία στηρίζει το ΝΑΤΟ ως πυρηνικό σύμμαχο και αφήνει το μέλλον στην Ευρώπη στα χέρια της Μόσχας και της Ουάσινγκτον. Αν και μία συνεχιζόμενη δέσμευση στον DCA της Γερμανίας αμβλύνεται από την σχεδιασμένη δέσμευση με τον TPNW και έναν αριθμό προσπαθειών να ενισχυθεί ο πυρηνικός αφοπλισμός, παραμένει αμφίβολο το ότι η Γερμανία μπορεί να καλύψει το πολιτικό εύρος ζώνης και να υιοθετήσει τους απαραίτητους συμβιβασμούς για μία πραγματική “επιθετική πολιτική αφοπλισμού.’’ Πράγματι, η παντελής έλλειψη αναφοράς σε όλα τα θέματα που αφορούν τα πυρηνικά (εκτός από το JCPOA) στον εναρκτήριο λόγο της Baerbock απογοήτευσε αυτούς οι οποίοι ήλπιζαν σε κάτι περισσότερο υπό το συνασπισμό ‘traffic light’. Αξίζει να έχουμε κατά νου, όμως, ότι η συμφωνία συνασπισμού είναι ένα σημείο εκκίνησης για την εξωτερική πολιτική της νέας κυβέρνησης της Γερμανίας. Πολλά θα εξαρτηθούν από τη δυναμική μέσα στο συνασπισμό, ανάμεσα στα διαφορετικά “στρατόπεδα” σχετικά με τον καταμερισμό των πυρηνικών, και σίγουρα επίσης στο ευρύτερο πλαίσιο σχέσεων μεταξύ NATO-Ρωσίας και Γερμανίας- Ρωσίας, οι οποίες είναι εξαιρετικά ασταθείς αυτήν την περίοδο.


*O Έρολ Ούσερ (Erol User) είναι πρόεδρος και CEO της USER HOLDİNG. Επιχειρηματίας και φιλάνθρωπος, πρόκειται έναν από τους καινοτόμους παίκτες της επιχειρηματικής τουρκικής σκηνής. Η USER HOLDİNG είναι επενδυτική τραπεζική εταιρεία που προσφέρει συμβουλευτικές υπηρεσίες τόσο σε τουρκικές όσο και διεθνείς εταιρείες.