Τη δεύτερη φάση του επιτελικού κράτους θέλει να ξεκλειδώσει εντός της ερχόμενης άνοιξης το Μαξίμου και επιδιώκει να «συνδέσει» τη σταδιακή έξοδο από τον εφιάλτη της πανδημίας με τη συνέχεια του μετασχηματισμού του κράτους σε ένα αλλιώτικο, «πιο σύγχρονο», όπως το χαρακτηρίζουν κυβερνητικές πηγές, «πρότυπο διακυβέρνησης».

Το σχέδιο για την κάθετη οργάνωση του κράτους – στη λογική της «πολυεπίπεδης διακυβέρνησης» με τα λόγια των τεχνοκρατών – βγαίνει προσεχώς από το συρτάρι και αναμένεται να σηματοδοτήσει μεταξύ άλλων το διαφορετικό προφίλ της Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Σύμφωνα με πληροφορίες, το επιτελικό κράτος No 2 δρομολογείται εκτός απροόπτου για το δεύτερο τρίμηνο του 2021 (όπως όλα δείχνουν, σίγουρα μετά το τέλος Μαρτίου), με τον προγραμματισμό να περιλαμβάνει και τρίτη φάση. Αυτή θα αφορά κυρίως νέες δράσεις ψηφιοποίησης του κράτους, ώστε να καλύπτονται ηλεκτρονικά περισσότερες συναλλαγές των πολιτών με το Δημόσιο – σε ποσοστό ακόμα και στο 50%, σύμφωνα με τον φιλόδοξο προκαθορισμένο στόχο.

Ωστόσο ο κυβερνητικός προγραμματισμός περιλαμβάνει κι άλλα «κεφάλαια», ως επείγουσες προτεραιότητες, πριν από αυτή τη… διπλή συνέχεια του επιτελικού κράτους, το οποίο, σημειωτέον, αποτέλεσε τον πρώτο νόμο της διακυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη σε ό,τι αφορά την οριζόντια δομή του (το ισχυρό Μαξίμου, τις νέες διαδικασίες στη Δημόσια Διοίκηση κ.ά.). Και αυτό γιατί το Μαξίμου θέλει να δώσει έμφαση σε μια εικόνα κυβερνητικής ταχύτητας συνολικά. Εξού και οι κεντρικές οδηγίες, όπως αναμένεται να επαναδιατυπωθούν στη σημερινή τηλεδιάσκεψη του Πρωθυπουργού με τους υπουργούς του, να κλείσουν εκκρεμότητες του 2020 και να επενδυθούν με στίγμα μεγάλων αλλαγών οι πρώτοι μήνες του 2021.

Οσον αφορά το «επιτελικό 2», εναλλακτικά σενάρια και προτάσεις έχουν ήδη τεθεί στο Πρωθυπουργικό Γραφείο, όμως η βασική στόχευσή του δεν έχει αλλάξει: το Μαξίμου θέλει να δώσει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση περισσότερες αρμοδιότητες (κάποιες ισχυρές) με σημαντική αύξηση του συνολικού προϋπολογισμού των ΟΤΑ. Μοιραία, άρα, επιφυλάσσει μεγαλύτερες ευθύνες και περισσότερη λογοδοσία για δημάρχους και περιφερειάρχες σε όλη τη χώρα. Είναι σαφές ότι η «μετακίνηση» αρμοδιοτήτων οι οποίες σήμερα είναι ασαφείς ή επικαλύπτονται ή είναι… ορφανές (όπως διαπιστώνεται συχνά όταν οι πολίτες παρακολουθούν να πηγαινοέρχεται χωρίς αποτέλεσμα το «μπαλάκι» ευθυνών) αποτελεί στοίχημα που προδιαγράφει εντάσεις και πολυήμερες διαβουλεύσεις. Ηδη πάντως ο Πρωθυπουργός έχει στηρίξει με δημόσιες τοποθετήσεις του τον σχεδιασμό, δείχνοντας σε ολικό ξεσκαρτάρισμα, «ώστε να είναι απολύτως ξεκάθαρο σε όλους τους βαθμούς λειτουργίας του κράτους ποιος κάνει τι και με ποιον τρόπο».

Νωρίτερα πάντως η κυβέρνηση ετοιμάζεται για άλλες εντάσεις, στο πεδίο των εργασιακών, καθώς φαίνεται ότι θα «κλειδώσουν» προς το τέλος του Ιανουάριου, αφότου περάσουν από τη Βουλή τον ίδιο μήνα δύο νομοσχέδια: το ένα του υπουργείου Εσωτερικών για τον νέο ρόλο και τις διαδικασίες του ΑΣΕΠ, με κυρίαρχη αλλαγή τη διενέργεια ενός ετήσιου γραπτού πανελλήνιου διαγωνισμού, και το δεύτερο των υπουργείων Ανάπτυξης, Υποδομών και Αμυνας για το καινούργιο πλαίσιο που θα αφορά τις δημόσιες συμβάσεις με ξεχωριστές, ειδικές διατάξεις για τις εξοπλιστικές προμήθειες. Για τα τρία αυτά κεφάλαια έχουν ήδη γίνει τα πρώτα βήματα (δημόσια διαβούλευση, συζήτηση σε Υπουργικά Συμβούλια κ.λπ.), εξού και το πρωθυπουργικό επιτελείο θέλει να φέρνει επιπλέον κυβερνητικές ενέργειες στον δημόσιο διάλογο, στον οποίο κυριαρχεί προφανώς η δίνη της πανδημίας και η αγωνία για την επόμενη μέρα.

Στην κατεύθυνση αυτή αναμένεται να ψηφιστεί στη Βουλή σειρά νομοσχεδίων ως το τέλος του Δεκεμβρίου, ενώ με τη σημερινή τηλεδιάσκεψη του Υπουργικού Συμβουλίου η κυβέρνηση επιδιώκει να «σηκώσει» και άλλα δύο ζητήματα. Πρώτον, το πρότζεκτ της απολιγνιτοποίησης μέσα από το σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης, που αναμένεται να συνοδευτεί από πρωθυπουργικό μηνύματα για τον στόχο της προσέλκυσης επενδύσεων και της προστασίας του περιβάλλοντος. Και δεύτερον, ένα νέο μοντέλο υλοποίησης έργων μέσα από τις λεγάμενες «πρότυπες προτάσεις» ή «προτάσεις καινοτομίας» παράλληλα με την κλασική μέθοδο σχεδιασμού και ανάθεσης έργων από το κράτος. Μένει να φανούν σήμερα οι λεπτομέρειες του συγκεκριμένου σχεδιασμού, ο οποίος συνοπτικά αφορά τη δυνατότητα ιδιωτών – υποψήφιων αναδόχων δηλαδή – να προτείνουν οι ίδιοι έργα υψηλού προϋπολογισμού προς υλοποίηση μέσω διαγωνισμού, ακόμα και αν δεν προϋπάρχουν στον κρατικό σχεδιασμό.

της Ελένης Ευαγγελοδήμου από Τα Νέα