Η διογκούμενη αμφισβήτηση για την ικανότητα του Ισραηλινού πρωθυπουργού Μπέντζαμιν Νετανιάχου, ο οποίος εμπλέκεται σε μία σειρά από οικονομικά σκάνδαλα, να ασκεί τη διακυβέρνηση της χώρας, αλλά και να ηγηθεί του κόμματός του στις επόμενες πρόωρες εκλογές του Νοεμβρίου 2019, προκαλεί κλυδωνισμούς στην ευρύτερη παράταξη της ισραηλινής Δεξιάς. Όμως, στο κατακερματισμένο κι αναποφάσιστο για το εάν θα ξαναστηρίξει τον Νετανιάχου, πανόραμα της παράταξης αναδύεται ένα νέο πρόσωπο: η 43χρονη πρώην υπουργός Δικαιοσύνης και στέλεχος του ακροδεξιού Χαμπαγίτ Χαγεχούντι (Το Εβραϊκό Σπίτι) Αγιελέτ Σάκεντ.

Η ίδια άλλωστε, στις 29 Ιουλίου ανακοίνωσε πως προτίθεται να σχηματίσει μία νέα παράταξη, την Ενωμένη Δεξιά, με όσα κόμματα βρίσκονται στα δεξιά του κόμματος Λικούντ του Νετανιάχου. Την απόφαση έλαβε η Σάκεντ μετά την άρνηση του Νετανιάχου να την περιλάβει στα ψηφοδέλτια των επικείμενων εκλογών με το Λικούντ. Μάλιστα θρυλείται πως αιτία για αυτήν την εκπαραθύρωσή της από το Λικούντ ήταν η ίδια η σύζυγος του Νετανιάχου, η Σάρα, για ένα «καπρίτσιο» της, όπως γράφει η εφημερίδα Χααρέτζ.

Η νέα ακροδεξιά παράταξη, που σχεδιάζει να δρομολογήσει η Σάκεντ θα περιλαμβάνει το κόμμα «Το Εβραϊκό Σπίτι» του Ράφι Πέρετζ, το κόμμα «Χαγιαμίν Χεχαντάς» (Νέα Δεξιά), στο οποίο συμμετέχει και ο πρώην υπουργός Παιδείας και πρώην ηγέτης του «Εβραϊκού Σπιτιού» Ναφτάλι Μπένετ, ενώ υπάρχει δυνατότητα να ενταχθεί και το ρατσιστικό και αντιαραβικό κόμμα «Οτζμά Γεχουντίτ». Η παράταξη φιλοδοξεί να κερδίσει 10 με 12 έδρες στη νέα Κνεσέτ (Βουλή) και να καταστεί αναπόσπαστο μέλος μίας κυβέρνησης συνεργασίας με το Λικούντ.

Ο ίδιος ο Νετανιάχου έχει από την αρχή στρέψει τα βέλη του κατά της νέας παράταξης. Μάλιστα, τα μέσα ενημέρωσης τονίζουν πως στην προσπάθεια σπίλωσης του αντιπάλου δέους τον συνδράμει και η Σάρα Νετανιάχου, η οποία φέρεται να ζήτησε τη συνδρομή της συζύγου του Ράφι Πέρετζ, ώστε να μην επιτρέψει ο άνδρας της στην Σάκεντ να αναλάβει την ηγεσία στη νέα παράταξη. Ο πρώην ραβίνος Πέρετζ έχει γίνει γνωστός για τις εμπρηστικές δηλώσεις του πως οι μικτοί γάμοι μεταξύ Εβραίων και μη Εβραίων ισοδυναμούν με «νέο Ολοκαύτωμα», αλλά και ότι «οι ομοφυλόφιλοι θα πρέπει να υποβληθούν σε θεραπείες για την επαναφορά του ανδρισμού του».

Ωστόσο ο Τύπος διάκειται ευνοϊκά προς την Σάκεντ. Η εφημερίδα Χααρέτζ την χαρακτηρίζει «τεχνοκράτη με φρέσκο πρόσωπο» και «απαστράπτουσα πολιτικό». Το περιοδικό Forbes Israel τη θεωρεί «τη γυναίκα με τη μεγαλύτερη επιρροή στο Ισραήλ». Η ίδια η Σάκεντ στην περίοδο της υπουργίας της έκανε προσπάθειες για να καταστεί ακόμη πιο δύσκολη η απόκτηση ισραηλινής υπηκοότητας, επί τη βάσει θρησκευτικών διακρίσεων, επιδιώκοντας να καταστήσει το Ισραήλ αποκλειστικά «έθνος κράτος του εβραϊκού λαού». Επίσης εργάσθηκε για την αναγνώριση της ιδιοκτησίας των εβραίων εποίκων στα Κατεχόμενα και για να ελαττωθούν οι εξουσίες του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Σε περίπτωση εκλογικής επιτυχίας της, ο Νετανιάχου ίσως αναγκασθεί να της εμπιστευθεί ακόμη και το ΥΠΕΞ.

Η Σάκεντ, μητέρα δύο παιδιών, αποτελεί μία ιδιαίτερη περίπτωση στα πολιτικά χρονικά του Ισραήλ: είναι στέλεχος ενός εθνικιστικού και υπερσιωνιστικού κόμματος, ενώ η ίδια δεν είναι θρησκευόμενη. Μολονότι γεννήθηκε και εξακολουθεί να ζει στο Τελ Αβίβ, την πιο φιλελεύθερη πόλη της χώρας, και ουδέποτε έχει ζήσει σε τόπους εποικισμού, είναι εντελώς αντίθετη στην εκκένωση των εβραϊκών οικισμών στα Κατεχόμενα. Επίσης θεωρεί πως η Συμφωνία του Όσλο το 1993 με τους Παλαιστινίους συνιστά εθνική καταστροφή για το Ισραήλ. Επίσης θεωρεί πως τα δικαστήρια, τα μέσα ενημέρωσης και ο ακαδημαϊκός κόσμος της χώρας κυριαρχείται από τους αριστερούς και ως υπουργός πάσχισε να αλλάξει τις ισορροπίες.

Σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Γιόνιτ Λέβι στο Atlantic, οι γνώμες για το πρόσωπο και τα πεπραγμένα της Σάκεντ διίστανται: άλλοι τη θαυμάζουν για τις πολιτικές δεινότητές της, άλλοι τη θεωρούν κίνδυνο για το Ισραήλ. Η ίδια εξηγεί στο ίδιο περιοδικό πως η ιδεολογία της Δεξιάς την συνέπαιρνε από τα παιδικά της χρόνια και η προσέγγισή της με τον σιωνισμό ήλθε κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής της θητείας.

Σύμφωνα με τον σημαντικό ηγέτη των Εβραίων εποίκων Σιλόχ Άντλερ, το γεγονός ότι δεν προέρχεται από κάποιο συγκεκριμένο εθνικο-θρησκευτικό κόμμα τη βοήθησε να βρεθεί μακριά από τις εσωτερικές διαιρέσεις κι ανταγωνισμούς και να γίνεται σεβαστή απ’ όλους.

Μολαταύτα, η Σάκεντ στο απώτερο παρελθόν είχε στενές πολιτικές σχέσεις με το Λικούντ. Όταν μεταπήδησε στην πολιτική το 2006, εγκαταλείποντας μία καριέρα ως μηχανικός υπολογιστών στην Texas Instruments, είχε εργασθεί ως επικεφαλής στο γραφείο του Νετανιάχου, όταν το Λικούντ ήταν στην αντιπολίτευση με μόλις 12 έδρες στην Κνεσέτ. Κατόπιν αποχώρησε μαζί με τον Ναφτάλι Μπένετ όταν έπεσαν στη δυσμένεια της Σάρα Νετανιάχου, για λόγους που ακόμη παραμένουν σκοτεινοί.

Ωστόσο, σε άρθρο της στη Χααρέτζ, η δημοσιογράφος Άλισον Κάπλαν Σόμερ υποστηρίζει πως η Σάκεντ έχει τις προδιαγραφές να γίνει η Ισραηλινή με τη μεγαλύτερη επιτυχία μετά την ιστορική πρωθυπουργό Γκόλντα Μέιρ και δεύτερη γυναίκα που μπορεί να κατακτήσει το αξίωμα αυτό. Προς το παρόν, η ίδια υποστηρίζει πως είναι ο Μπένετ εκείνος που θα πρέπει να γίνει πρωθυπουργός, όμως.

ΠΗΓΗ: ΑΠΕ