Είκοσι τέσσερις μήνες μετά τις κάλπες του 2019 και έχοντας περάσει από δύο πολύ σημαντικές κρίσεις, πρώτη την πανδημία που είναι ακόμα παρούσα και δεύτερη το «καυτό» ελληνοτουρκικό καλοκαίρι του 2020, η κυβέρνηση κάνει τον απολογισμό της και ζυγίζει δεδομένα και προτεραιότητες ενόψει του δεύτερου μισού της θητείας της, που είναι βέβαιο ότι θα έχει τελείως διαφορετικά πολιτικά χαρακτηριστικά από το πρώτο.

Όπως γράφει η Καθημερινή και ο Σταύρος Παπαντωνίου, τα δύο χρόνια που μεσολάβησαν η Ν.Δ. κατάφερε να κρατήσει την πολιτική κυριαρχία της στηριζόμενη σε 4 άξονες:

α) Η διαχείριση των κρίσεων έδωσε στην κυβέρνηση περισσότερο χρόνο από ό,τι συνήθως λαμβάνουν οι κυβερνήσεις, καθώς δύο χρόνια μετά φαίνεται να κρατά στον απόλυτο βαθμό τις δυνάμεις της, κάτι σπάνιο στα μέσα της θητείας των κυβερνήσεων.

β) Η κυβέρνηση εξακολουθεί να «μιλά» και σε κάποιες περιπτώσεις να ενισχύει την επαφή της με μη παραδοσιακά κοινά για την Κεντροδεξιά, όπως είναι οι δημόσιοι υπάλληλοι, καθώς ο κ. Μητσοτάκης εξανέμισε τον φόβο, που είχε καλλιεργήσει συνειδητά ο ΣΥΡΙΖΑ πριν από τις εκλογές, πως θα υπάρξουν απολύσεις και αρνητικές πολιτικές που θα αφορούν συγκεκριμένους επαγγελματικούς κλάδους. Το ίδιο ισχύει και για τους ελεύθερους επαγγελματίες. Σε αυτό, όμως, κομβικό ρόλο έπαιξε η πανδημία, που αναγκαστικά δημιούργησε τους προηγούμενους 15 μήνες μια επιδοματική πολιτική και συγκράτησε κοινά που υπό άλλες συνθήκες μπορεί να είχαν απομακρυνθεί.

γ) Η κυβέρνηση εφάρμοσε την κρίσιμη πολιτική στρατηγική της ηπιότητας. Η Ν.Δ. στο φινάλε των εκλογών του 2019 πρόταξε τον θετικό λόγο, αφήνοντας τελείως στην άκρη την αντιπαράθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, που ήδη φαινόταν πως οδηγείται ολοταχώς στην αντιπολίτευση. Την ίδια επιτυχημένη τακτική εξακολουθεί να εφαρμόζει και σήμερα. Πλην εξαιρέσεων, η Ν.Δ. σπάνια σηκώνει τους τόνους και δεν επιλέγει, σε αυτή τη φάση τουλάχιστον, την πόλωση με την αντιπολίτευση. Η τακτική αυτή την κρατά συνδεδεμένη με ένα κρίσιμο κομμάτι ψηφοφόρων: αυτό που δεν έχει πολιτικές ταυτίσεις, απεχθάνεται τις πολιτικές αντιπαραθέσεις και κινείται με αποκλειστικό γνώμονα το πώς θέλει να δει τη ζωή του.

δ) Η Ν.Δ., παρά τη σταθερή στόχευση προς το Κέντρο, φύλαξε τα νώτα της από τα δεξιά. Σε αυτή την προσπάθεια εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο το συμβάν του Έβρου. Με μια πολιτική καθαρή, που έλεγε «κλειστά σύνορα», κέρδισε μαζί τα οφέλη για τη χώρα και ένα πιο «σκληρό» σε αυτά τα θέματα κοινό. Προς την ίδια κατεύθυνση είναι και ο όλος χειρισμός στο μεταναστευτικό, με τις ροές να έχουν μειωθεί και σε γενικές γραμμές να επικρατεί μεγαλύτερη τάξη σε σχέση με το παρελθόν. Τέλος, ο «ελιγμός» στο θέμα των μνημονίων με τη Βόρεια Μακεδονία ικανοποίησε επίσης ένα κοινό απαιτητικό σε αυτά τα θέματα και έδωσε περισσότερο χρόνο διαχείρισης σε ένα χρονικό σημείο που η πανδημία είχε ούτως ή άλλως κουράσει τους πολίτες.

Από εδώ και στο εξής, όμως, τα δεδομένα αλλάζουν σύμφωνα με την Καθημερινή. Εάν η πανδημία παραμείνει, θα αποτελέσει φθοροποιό παράγοντα για την κυβέρνηση, ενώ εάν περάσει, όπως εύχονται άπαντες, θα μεταφέρει αμέσως το κέντρο βάρους στην πραγματική πολιτική και όχι στη διαχείριση της κρίσης. Σε κάθε περίπτωση, το πολιτικό σκηνικό αλλάζει. Εξ ου και ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ξεκινήσει τους τελευταίους δύο μήνες να προτάσσει ήδη τη μεταρρυθμιστική ατζέντα και την υλοποίηση του προεκλογικού προγράμματος. Παράλληλα η κυβέρνηση εστιάζει στη νέα γενιά, που αυτά τα δύο χρόνια δεν κατάφερε να αλλάξει τους συσχετισμούς μαζί της. Η κατάσταση μάλιστα είναι ακόμα πιο ρευστή, καθώς αυτή τη στιγμή έχουν δικαίωμα ψήφου και όσοι το 2019 ήταν 15 ετών, ενώ η πανδημία και ο εγκλεισμός που έφερε δεν βοήθησε στην προσέγγιση των νέων κοινών. Η πρόσφατη παροχή του voucher των 150 ευρώ έχει και πολιτική στόχευση: να μην απομακρυνθεί περαιτέρω η Ν.Δ. από αυτά τα κοινά. Ο έτερος κίνδυνος που ελλοχεύει ενόψει της συνέχειας είναι ο εφησυχασμός. Όσο κι αν φαίνεται οξύμωρο, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν βοηθά τη Ν.Δ. με την αδυναμία του να την απειλήσει. Τούτο έχει αποδειχθεί πως δημιουργεί αίσθημα παντοκρατορίας και αυξάνει τις πιθανότητες να εμφανιστεί αλαζονεία, η οποία αποτελεί τη μεγαλύτερη παγίδα για κάθε κυβέρνηση.

Ο κ. Μητσοτάκης, πάντως, κατά την πρόσφατη ομιλία του στον Economist, «αποκάλυψε» τον στόχο του για το ερχόμενο φθινόπωρο. «Με την ευκαιρία συμπλήρωσης 200 χρόνων από το 1821», είπε, «θα τολμούσα και έναν παραλληλισμό: όπως τότε η Επανάσταση άνοιξε τον δρόμο της ελευθερίας που το 1830 κατέληξε στην επίσημη ίδρυση του ελληνικού κράτους, έτσι και τώρα είναι στο χέρι μας έως το 2030 να έχουμε χτίσει τη νέα Ελλάδα». Τέλος, όσον αφορά τα σενάρια των πρόωρων εκλογών, πηγές του Μαξίμου τα διαψεύδουν κατηγορηματικά, λέγοντας πως οι εκλογές θα γίνουν στο τέλος της τετραετίας.

Εάν η πανδημία παραμείνει, θα αποτελέσει φθοροποιό παράγοντα για την κυβέρνηση, ενώ εάν περάσει, θα μεταφέρει το κέντρο βάρους στην πραγματική πολιτική, καταλήγει στο ρεπορτάζ του ο κ. Παπαντωνίου.