Η Μεσόγειος υπήρξε διαχρονικά πεδίο πολιτισμικών και οικονομικών ανταγωνισμών και θρησκευτικών συγκρούσεων.

Σήμερα, η ανοικτή διασταύρωση των συμφερόντων παγκοσμίων δυνάμεων και περιφερειακών συντελεστών τη θέτει και πάλι στο επίκεντρο των διεθνών συσχετισμών. Η διαιώνιση των εντάσεων των τελευταίων σαράντα ετών, σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις από ανατροπές καθεστώτων και της μεταναστευτικής κρίσης, συντηρούν ένα αβέβαιο περιφερειακό τοπίο.

Επιπλέον, ο επαναπροσδιορισμός των στρατηγικών προτεραιοτήτων των ΗΠΑ, η διεκδικητική στάση της Ρωσίας, η διείσδυση της Κίνας και η επεμβατική πολιτική της Τουρκίας, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην αναθεώρηση της γεωπολιτικής σκακιέρας και στη διαμόρφωση νέων σφαιρών επιρροής.

Σε αυτό το νέο περιβάλλον, η Ευρώπη μοιάζει  αδύναμη να διαδραματίσει πρωταγωνιστικό ρόλο. Η απουσία κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής την εμποδίζουν να μιλήσει με ενιαία φωνή, ωθώντας την στο περιθώριο.

Την ίδια στιγμή, οι ΗΠΑ επαναπροσδιορίζουν το ρόλο τους, εστιάζοντας στη διασφάλιση των στρατηγικών τους συμφερόντων στην Ασία. Το σύμφωνο ασφαλείας AUKUS, ευθεία απάντηση στην αυξανόμενη γεωπολιτική δυναμική της Κίνας, είναι ισχυρή απόδειξη, ότι το στρατηγικό ενδιαφέρον των ΗΠΑ στρέφεται πλέον στη δημιουργία ενός συστήματος ισορροπίας δυνάμεων στον Ινδικό και τον Ειρηνικό Ωκεανό, θέτοντας τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή σε δεύτερη μοίρα.

Η Ρωσία, όπως φάνηκε στην Συρία και τη Λιβύη, επαναφέρει παλαιά δόγματα σε υβριδική μορφή, ακολουθώντας μια στρατηγική ενίσχυσης της παρουσίας και της επιρροής της στη Μεσόγειο. Επιδιώκει νέο παρεμβατικό ρόλο, στοχεύοντας στην πρόκληση περαιτέρω ρηγμάτων στη συνοχή της Ατλαντικής Συμμαχίας, ενώ εισάγει νέες προκλήσεις για τους ενεργειακούς στόχους της Ευρώπης και την αρχιτεκτονική ασφαλείας του ΝΑΤΟ.

Η Κίνα διεισδύει στην ευρύτερη περιοχή, κυρίως μέσα από την εγκατάσταση σχέσεων οικονομικής εξάρτησης με περιφερειακούς παίκτες. Η υλοποίηση σειράς στρατηγικών επενδύσεων υποδομής στα Μεσογειακά κράτη, στοχεύει στη μετατροπή τους σε υποστηρικτικές δυνάμεις των οικονομικογεωπολιτικών της στόχων, ενώ η στρατιωτική συμπόρευση με τη Ρωσία δημιουργεί απτή απειλή στην υφιστάμενη περιφερειακή αρχιτεκτονική άμυνας.

Ένα από τα ζητήματα που δεν ευνοούν τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος ειρήνης και προβλεψιμότητας στη Μεσόγειο είναι οι οριοθετήσεις, οι οποίες με τη σειρά τους σχετίζονται με αμφισβητήσεις και διεκδικήσεις. Καθίσταται σαφές πως όσο το Κυπριακό παραμένει άλυτο, θα είναι αδύνατη, τόσο η αξιοποίηση του φυσικού πλούτου της περιοχής, όσο και η επίτευξη συνθηκών περιφερειακής σταθερότητας. Με την  επίλυση του Κυπριακού, η Κύπρος γίνεται ολόκληρη μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Ταυτόχρονα, ανοίγει ο δρόμος για την ασφαλή οριοθέτηση της ΑΟΖ Κύπρου-Αιγύπτου και Κύπρου-Ελλάδος και βεβαίως της ΑΟΖ Κύπρου-Τουρκίας, απελευθερώνοντας θετική ενέργεια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.

Σε αυτό το περίπλοκο γεωπολιτικό τοπίο, η Ελλάδα καλείται να αναδείξει τα συγκριτικά της γεωπολιτικά πλεονεκτήματα και να εξελιχθεί σε σταθεροποιητικό παράγοντα για ολόκληρη την περιοχή.

Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης ενισχύει τη διπλωματική παρουσία της χώρας, που επιτρέπει στην Ελλάδα να αλλάξει σελίδα στην εξωτερική της πολιτική, με ισχυρή παρέμβαση και ενεργό λόγο μπροστά στις νέες προκλήσεις.

Ηχηρό παράδειγμα, η στρατηγική συμφωνία Ελλάδος- Γαλλίας, μια μείζονα διπλωματική κίνηση του Πρωθυπουργού, που δημιουργεί ομπρέλα ασφαλείας για την Ελλάδα και την Κύπρο, ενώ ταυτόχρονα ανοίγει δρόμους για μια πιο συνεκτική ευρωπαϊκή παρουσία στην περιοχή.

Ωστόσο, προϋπόθεση γι΄ αυτό, η επικαιροποίηση του πνεύματος του Ελευθερίου Βενιζέλου και η αντίληψη ότι η Ελλάδα του 21ου αιώνα δεν είναι η Ελλάδα του βαλκανικού χθες, καθώς και η απόφαση για απαλλαγή της εξωτερικής μας πολιτικής από ξεπερασμένα στερεότυπα μιας άλλης εποχής, με χαρακτηριστικά την εσωστρέφεια, την ομφαλοσκόπηση και το λαϊκισμό.

Η χειραφέτηση αυτή αναδεικνύει νέο ρόλο για την Ελλάδα η οποία καλείται να συμβάλλει με συνδιαμορφωτικό ρόλο στην εμπέδωση περιβάλλοντος ασφάλειας και σταθερότητας,  ενισχύοντας συνάμα το διεθνές κύρος, την υπερηφάνειά της και τις πραγματικές της δυνατότητες.

  • τ. Ευρωπαίου Επιτρόπου, Υπουργού Εξωτερικών & Αμύνης
    Το άρθρο δημοσιεύεται στην εφ. Τα Νέα