Η οικογένεια του εργαζόμενου στο προξενείο της Βρετανίας στο Χονγκ Κονγκ, ο οποίος είχε συλληφθεί πριν από μερικές ημέρες στην Κίνα, ανακοίνωσε σήμερα ότι επέστρεψε στην πρώην βρετανική αποικία.

Ο Σάιμον Τσενγκ εξαφανίστηκε στις 8 Αυγούστου αφού ταξίδεψε στη Σεντζέν, μια κινεζική πόλη στα σύνορα με το Χονγκ Κονγκ. Η κυβέρνηση της Κίνας ανακοίνωσε τελικά στα μέσα της προηγούμενης εβδομάδας ότι ο Τσενγκ έχει συλληφθεί και τεθεί υπό κράτηση για δεκαπέντε ημέρες.

«Ο Σάιμον Τσενγκ επέστρεψε στο Χονγκ Κονγκ», ανακοίνωσε η οικογένειά του στο Facebook, διευκρινίζοντας ότι θα «χρειαστεί χρόνο για να αναπαυθεί και να ανακάμψει».

Ο Τσενγκ θα επέστρεφε στο Χονγκ Κονγκ από τη Σεντζέν στις 8 Αυγούστου με τραίνο υψηλής ταχύτητας. Είχε μάλιστα στείλει μήνυμα στη σύντροφό του, στο οποίο της έγραφε ότι βρισκόταν στο τελωνείο, όπου θα περνούσε από έλεγχο.

Όμως έκτοτε τα ίχνη του χάθηκαν μέχρι που το Πεκίνο την Τετάρτη επιβεβαίωσε ότι συνελήφθη και τέθηκε υπό κράτηση για δεκαπέντε ημέρες επειδή παραβίασε νόμο για τη δημόσια ασφάλεια.

Οι σχέσεις μεταξύ Κίνας και Βρετανίας είναι τεταμένες μετά την έναρξη πριν από δύο μήνες του κινήματος αμφισβήτησης στο Χονγκ Κονγκ, πρώην βρετανική αποικία, η οποία παραδόθηκε στην Κίνα το 1997 βάσει συμφωνίας που της παρείχε καθεστώς ημιαυτονομίας.

Ο Γκενγκ Σουάνγκ, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, υπογράμμισε την Τετάρτη ότι ο Τσενγκ δεν έχει βρετανική υπηκοότητα αλλά υπηκοότητα Χονγκ Κονγκ, «δηλαδή κινεζική» και ότι κατά συνέπεια πρόκειται «απολύτως για μια εσωτερική, κινεζική υπόθεση».

Ο κινεζικός Τύπος από την πλευρά του έγραψε ότι ο λόγος της σύλληψής του ήταν ότι ο Τσενγκ αναζήτησε τη συντροφιά «ιερόδουλων».

Η εφημερίδα Global Times, που πρόσκειται στο Πεκίνο, ανέφερε ότι η Αστυνομία δεν επικοινώνησε με την οικογένεια του Τσενγκ μετά τη σύλληψή του έπειτα από αίτημα του ίδιου.

«Χάρη στο βρετανικό υπουργείο Εξωτερικών και τα ΜΜΕ που ανέδειξαν το θέμα, η υπόθεσή του είναι πλέον γνωστή σε όλους», πρόσθετε η εφημερίδα.

Όμως η οικογένεια του 28χρονου απέρριψε τους ισχυρισμούς της αγγλόφωνης εφημερίδας με ανάρτησή της στο Facebook, στην οποία κατήγγειλε μια «κατασκευασμένη» κατηγορία.

(Πηγή ΑΠΕ – ΜΠΕ)