H Πέμπτη, 6 Αυγούστου 2020, σηματοδοτεί τα 75 χρόνια μετά τη ρίψη από τις ΗΠΑ της πρώτης πυρηνικής βόμβας στην ιαπωνική πόλη Χιροσίμα, την οποία τρεις ημέρες αργότερα ακολούθησε η δεύτερη και τελευταία στην πόλη Ναγκασάκι με αποτέλεσμα ανθρώπινες ζωές, κτίρια και η πολεμική δεινότητα της Ιαπωνίας να αφανιστούν.

Στις 8:15 πμ της 6ης Αυγούστου (23:15 GMT της 5ης) του 1945, το αμερικανικό μαχητικό τύπου Β-29 «Ένολα Γκέι» (από το όνομα της μητέρας του κυβερνήτη του) έριξε βόμβα τύπου ουρανίου-235, η οποία είχε λάβει το προσωνύμιο «Little Boy» (Αγοράκι) ισοπεδώνοντας τη νοτιοδυτική πόλη Χιροσίμα και σκοτώνοντας 140.000 κατοίκους από έναν πληθυσμό περίπου 350.000.

Χιλιάδες άλλοι πέθαναν αργότερα υποκύπτοντας στα τραύματά τους ή από ασθένειες που εμφάνισαν λόγω της ραδιενέργειας.

Στις 9 Αυγούστου οι ΗΠΑ έριξαν μια ακόμη πυρηνική βόμβα (την τελευταία μέχρι σήμερα εναντίον ανθρώπων και μάλιστα αμάχων) στο Ναγκασάκι.

Η βόμβα αυτή ήταν άλλου τύπου, χρησιμοποιούσε ως σχάσιμο υλικό το πλουτώνιο και είχε λάβει το προσωνύμιο «Fat Man» (Χοντρός).

Πάνω από 75.000 άνθρωποι σκοτώθηκαν επί τόπου και ο ουρανός καλύφθηκε από ένα σύννεφο καπνού σαν μανιτάρι που έφθασε τα 9.000 μέτρα ύψος.

Έξι ημέρες αργότερα, η Ιαπωνία παραδόθηκε στους συμμάχους και ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος τερματίστηκε.

Αρχειακό οπτικό υλικό εμφανίζει τη Χιροσίμα, πριν από τον βομβαρδισμό της, σαν μια ακμάζουσα πόλη με καλοντυμένους άνδρες να επιβιβάζονται σε τραμ, κυρίες ντυμένες με κομψά κιμονό και παιδιά με τη σχολική τους στολή να περπατούν δίπλα σε κερασιές που κοσμούσαν τα πεζοδρόμια εμπορικών δρόμων.

Μετά την έκρηξη, συντρίμμια από τσιμέντο και μέταλλο κάλυπταν σχεδόν ολόκληρη την περιοχή, γυμνά δέντρα, κτίρια χωρίς παράθυρα, και κολώνες ηλεκτροδότησης: ένα σκηνικό φρίκης.

Η Ιαπωνία θα τιμήσει στις 6 και στις 9 Αυγούστου την 75η επέτειο από τον βομβαρδισμό των δύο πόλεων.

Τις προηγούμενες χρονιές, ο πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε και οι δήμαρχοι των πόλεων παρέστησαν στις ετήσιες τελετές μνήμης με δεσμεύσεις για έναν μελλοντικό κόσμο χωρίς πυρηνικά.

Οι καμπάνες χτύπησαν και τηρήθηκε ενός λεπτού σιγή ακριβώς την ώρα που είχαν ριφθεί οι δύο βόμβες.

Φέτος οι τελετές μνήμης θα είναι περιορισμένες εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού με λιγότερες παρουσίες επισήμων. Αυτό όμως δεν επηρεάζει καθόλου τη ζωή των επιζώντων, πολλοί εκ των οποίων δίνουν μάχη δεκαετίες τώρα με σωματικά και ψυχικά τραύματα αλλά και το στίγμα που κάποιες φορές συνοδεύει έναν «χιμπακούσα» (στα ιαπωνικά σημαίνει “αυτοί που επλήγησαν από την έκρηξη”).

Πολλοί από αυτούς περιθωριοποιήθηκαν -κυρίως σε ό,τι αφορά τον γάμο- λόγω της προκατάληψης για την έκθεση σε ραδιενέργεια.

Επιζώντες και οι υποστηρικτές τους έγιναν οι πιο ηχηρές και ισχυρές φωνές που αντιτίθενται στη χρήση πυρηνικών όπλων, συναντώντας παγκόσμιους ηγέτες στην Ιαπωνία και στο εξωτερικό για να προωθήσουν τον σκοπό τους.

Πέρυσι, ο πάπας Φραγκίσκος συναντήθηκε με πολλούς «χιμπακούσα» όταν επισκέφθηκε τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι και απέτισε φόρο τιμής στην «ανείπωτη φρίκη» που έζησαν τα θύματα των επιθέσεων.

Το 2016 ο Μπαράκ Ομπάμα έγινε ο πρώτος εν ενεργεία πρόεδρος των ΗΠΑ που επισκέφθηκε τη Χιροσίμα. Δεν ζήτησε συγγνώμη για την επίθεση, αλλά αγκάλιασε τους επιζώντες και έκανε έκκληση για έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα.

Πιο περιορισμένες, ελέω πανδημίας, οι εκδηλώσεις μνήμης

Η Ιαπωνία τιμά σήμερα την 75η επέτειο από την πρώτη επίθεση με ατομικό όπλο στην ιστορία, την 6η Αυγούστου 1945 στη Χιροσίμα, αλλά με φόντο την πανδημία του κορονοϊού, αναγκαστικά οι εκδηλώσεις μνήμης για τα θύματα περιορίστηκαν.

Επιζώντες της ατομικής βόμβας (οι χιμπακούσα, όπως αποκαλούνται), απόγονοι των θυμάτων, ο ιάπωνας πρωθυπουργός Σίνζο Άμπε και μερικοί αντιπρόσωποι ξένων κυβερνήσεων συμμετείχαν στην εκδήλωση νωρίτερα σήμερα στη Χιροσίμα (δυτική Ιαπωνία) – οι περισσότεροι με μάσκες.

Δεν προσκλήθηκε κοινό να παρακολουθήσει την εκδήλωση, αντίθετα με ό,τι συμβαίνει κάθε χρόνο, εξαιτίας της πανδημίας. Στους Ιάπωνες δόθηκε απλά η δυνατότητα να παρακολουθήσουν την κύρια τελετή απευθείας μέσω Διαδικτύου. Αρκετές άλλες εκδηλώσεις και τελετές ακυρώθηκαν.

Η σιωπηρή προσεχή άρχισε στις 08:15 (τοπική ώρα· 02:15 ώρα Ελλάδας), ακριβώς την ώρα που έγινε η έκρηξη της ατομικής βόμβας στη Χιροσίμα πριν από 75 χρόνια.

«Δεν πρέπει να επιτρέψουμε ποτέ το οδυνηρό παρελθόν να επαναληφθεί», υπογράμμισε στην ομιλία του ο δήμαρχος της πόλης Καζούμι Ματσούι, καλώντας τους πολίτες να απορρίψουν το «κλείσιμο στον εαυτό», την εσωστρέφεια, τους εθνικισμούς.

Από την πλευρά του, ο πρωθυπουργός Άμπε υποσχέθηκε ότι «θα κάνω ό,τι καλύτερο μπορώ για να μπορέσουμε να ζήσουμε σε έναν κόσμο χωρίς πυρηνικά όπλα, με διαρκή ειρήνη».

Ο εθνικιστής πρωθυπουργός της Ιαπωνίας επικρίνεται συχνά για την πρόθεσή του να προχωρήσει στην αναθεώρηση του ειρηνιστικού Συντάγματος της χώρας.

Ο διάλογος των ιστορικών πάντως συνεχίζεται για το εάν αυτή η διπλή επίθεση με πυρηνικά όπλα επέτρεψε ή όχι να σωθούν ζωές επισπεύδοντας το τέλος του πολέμου. Αρκετοί δεν διστάζουν να χαρακτηρίζουν εγκλήματα πολέμου τις επιθέσεις στη Χιροσίμα και στο Ναγκασάκι, τόσο εξαιτίας της ανεπανάληπτης καταστροφικής ισχύος των ατομικών βομβών που χρησιμοποιήθηκαν, όσο και λόγω του τεράστιου αριθμού των νεκρών μεταξύ των αμάχων.

Ο Γενικός Γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες εξέφρασε τη λύπη του, σε βίντεο που διανεμήθηκε σήμερα Πέμπτη (6/8), που ο στόχος της εξάλειψης των πυρηνικών όπλων, υπόθεση για την οποία αγωνίζεται ο Οργανισμός από ιδρύσεώς του, παραμένει ανεκπλήρωτος. «Σήμερα, ένας κόσμος χωρίς πυρηνικά όπλα μοιάζει ολοένα περισσότερο να ξεμακραίνει», εκτίμησε.

Ορισμένοι από τους επιζώντες κάνουν παραλληλισμούς ανάμεσα στους δικούς τους αγώνες εναντίον των πυρηνικών όπλων και την τρέχουσα κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού.

«Είτε πρόκειται για τον κορωνοϊό είτε για τα πυρηνικά όπλα, ο τρόπος να ξεπεραστούν», οι προκλήσεις «είναι η αλληλεγγύη μεταξύ των λαών», δήλωνε πρόσφατα στον ιαπωνικό Τύπο η Κέικο Ογκούρα, επιζήσασα της επίθεσης στη Χιροσίμα, 83 ετών.

Περίπου 136.700 χιμπακούσα παραμένουν στη ζωή. Αλλά με διάμεση ηλικία τα 83 έτη, οι δυνάμεις τους λιγοστεύουν και προσπαθούν πια να παραδώσουν τη σκυτάλη στις νεότερες γενιές.

Με τη βοήθεια άλλων ακτιβιστών εναντίον των πυρηνικών όπλων, οι χιμπακούσα δημιούργησαν εκτενές αρχείο με τις μνήμες τους – γραπτές ή βιντεοσκοπημένες αφηγήσεις, ποιήματα, σκίτσα, έργα ζωγραφικής.

Παρ’ όλες αυτές τις πρωτοβουλίες, πολλοί δεν κρύβουν τον φόβο τους ότι το ενδιαφέρον για την κληρονομιά τους θα χαθεί όταν πάψουν να είναι παρόντες, ότι τα πυρηνικά όπλα θα συνεχίσουν να απειλούν την ανθρωπότητα.