«Χθες σηματοδοτήθηκε ένα καινούργιο ξεκίνημα. Σημασία έχει, πώς από εδώ και πέρα θα μπορέσουμε να χτίσουμε οι δύο χώρες σχέσεις εμπιστοσύνης» δήλωσε στον ΣΚΑΙ ο πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Δημήτρης Αβραμόπουλος, σχολιάζοντας τη χθεσινή επίσκεψη Τσαβούσογλου στην Αθήνα.

«Τα μηνύματα που είχε εκπέμψει από την πρώτη κιόλας στιγμή η Ελληνική Κυβέρνηση και προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι, ελάτε να αποτολμήσουμε, να φύγουμε από το τέλμα των ελληνοτουρκικών σχέσεων, όπως αυτές μας κληροδοτήθηκαν από το παρελθόν και που, μοιραία, μας οδηγούν διαρκώς σε κρίσεις, σε συγκρούσεις και σε αντιπαραθέσεις» τόνισε ο κ. Αβραμόπουλος και συνέχισε λέγοντας: «πρέπει να καταλάβει η Τουρκία, όπως είχε αντιληφθεί στο παρελθόν, ότι μία από τις προϋποθέσεις για την εξομάλυνση των σχέσεων είναι η επίλυση του Κυπριακού. Βλέπω τον τελευταίο καιρό τάσεις, δυστυχώς και στην Ελλάδα και στην Τουρκία και στην Κύπρο, ότι δεν μπορεί να υπάρξει λύση.

Αυτό οδηγεί σε δικαίωση της τουρκικής εισβολής. Διότι αυτό ήταν το σχέδιο το 1974. Κάποτε να ξεχαστούν όλα αυτά».


Ο Δημήτρης Αβραμόπουλος, στη συνέντευξή του, επισήμανε επίσης: «Η Ελλάδα έχει ισχυροποιηθεί τον τελευταίο καιρό πολιτικά. Η σωστή διαχείριση του COVID και η ξεκάθαρη θέση της για το πού βρίσκεται και πού ανήκει -και είναι ξεκάθαρη η θέση της και απέναντι στο ΝΑΤΟ και στην Ευρωπαϊκή Ένωση- την ισχυροποιεί πολιτικά, δεν υπάρχει καμία αμφιβολία.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής έχουν θέση ξεκάθαρη επίσης σε ό,τι αφορά τη θέση της Ελλάδος και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Απο την άλλη μεριά, όταν έρθει η ώρα, περιμένουμε να δούμε ποια θα είναι και η τελική έκβαση των συνομιλιών που είναι σε εξέλιξη και των σχέσεων Τουρκίας-Αμερικής».

Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών, τόνισε, τέλος, ότι η Ελλάδα είναι μία χώρα με σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Όπως είπε, η χώρα μας «είναι γεωπολιτικός παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας, είναι στην Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι στο ΝΑΤΟ, είναι συνεπής σύμμαχος και ένας από τους βασικότερους εταίρους. Μπορεί να διαδραματίσει ρόλο στην περιοχή, όχι μονάχα σε σχέση με την Τουρκία αλλά και στα όσα συμβαίνουν στην Ανατολική Μεσόγειο, στη Βόρειο Αφρική, στη Λιβύη, στη Μέση Ανατολή. Αυτά είναι τα συγκριτικά μας πλεονεκτήματα».