Μια διαφορετική ιστορία από ένα διαφορετικό Mundial που αντί για καλοκαίρι, έφτασε να διεξάγεται Χριστούγεννα

Γράφει ο Xρίστος Χ. Λιάπης

Τα Παγκόσμια Κύπελλα είχαμε συνηθίσει να διεξάγονται τους καλοκαιρινούς μήνες. Με αφορμή το Mundial του Qatar που τελείωσε πρόσφατα, φτάνοντας μέχρι τις Άγιες Ημέρες των Χριστουγέννων, συμπυκνώνοντας σε αυτήν την ημερολογιακή του αντίφαση πολλές από τις αντιφάσεις του σύγχρονου κόσμου που αρέσκεται σε φαραωνικής μεγαλοπρέπειας αθλητικά γεγονότα ακόμη και αν θεμελιώνονται πάνω στη διαφθορά και το κρατικό έγκλημα, ας θυμηθούμε, μαζί με τον «μικρό τυμπανιστή» των χριστουγεννιάτικων τραγουδιών και τα χιλιάδες παιδιά που γεννιούνται με διαφορετικούς ρόλους σε αυτή τη ζωή, είτε λόγω κάποιας φυσικής ασθένειας είτε λόγω κοινωνικοοικονομικών αντιξοοτήτων. Άλλωστε, 2022 χρόνια πριν, τέτοιες ημέρες, ο Βασιλιάς Ηρώδης γύρευε να διαπράξει τον «φόνο του Ιησού» που στον οποίον προχώρησαν, τελικά, αργότερα οι άνθρωποι. Από τον μικρό τυμπανιστή, λοιπόν, στον μικρό τερματοφύλακα και τον «φόνο του Ιησού»….

«Ο Μέσι στα πόδια του έχει ένα μοναδικό ταλέντο, κάτι που ξεπερνά το ίδιο το ποδόσφαιρο, κοιτάζοντάς τον να παίζει, είναι λες και ακούς μουσική, λες και ξαναμπαίνει στη θέση της κάθε ψηφίδα ενός μωσαϊκού που έχει ξεκολλήσει», γραφει για αυτόν ο Ρομπέρτο Σαβιάνο στο «Η ομορφιά και η κόλαση». Αυτή τη μουσική ακούσαμε βλέποντας τον τελικό Αργεντινή – Γαλλία με τον οποίο έπεσε η αυλαία του Mundial 2022.

Μουσική όπως αυτή που έπαιζε ο “κοντός γίγαντας” της τζαζ, ο πάσχων από τη νόσο της ατελούς οστεγένεσης –μιας γενετικής διαταρχής του κολλαγόνου που προκαλεί ατελή ανάπτυξη και εύκολα κατάγματα των “εύθριπτων” οστών- Μισέλ Πετρουτσιάνι, για τον οποίο, στο ίδιο βιβλίο ο Σαβιάνο γράφει πως: «Περνά τον ατέλειωτο χρόνο της νοσηλείας κοιτάζοντας τα μόνα πράγματα που δεν σπάνε στο σώμα του, τα χέρια του. Τα χέρια του δεν είναι καν μικρά. Τα χέρια του είναι η μοίρα του. Το μοναδικό κομμάτι του που μπορεί να του επιτρέψει να χτίσει έναν κόσμο και να μη χρειάζεται να υποφέρει αυτόν που του έτυχε. Με τον τρόπο που του έτυχε. Με τα χέρια του μπορεί να αλλάξει τους κανόνες. Μπορεί να τους μεταμορφώσει». Όπως ακριβώς ο τερματοφύλακας, στο ποδόσφαιρο αλλάζει τους ετυμολογικούς κανόνες, μεταμορφώνοντας, παροδικά, μέσα στα καρέ της περιοχής του, τις ονοματολογικές νόρμες ενός αθλήματος που αντλεί το όνομά του από τα πόδια που χτυπούν τη μπάλα – παρότι στις ΗΠΑ το αποκαλούν ”soccer”.

Μέσα στο κουτάκι του πρώτου Subbuteo -όπως ονομάστηκε το πρώτο επιτραπέζιο ποδοσφαιράκι- που κυκλοφόρησε το 1948 υπήρχαν είκοσι παίκτες από σκληρό χαρτόνι. Τους τερματοφύλακες παρίσταναν δύο κάθετες βάσεις με μεταλλικές ράβδους οι οποίες χρησίμευαν στη μετακίνησή τους, όπως μας πληροφορεί η εισαγωγή ενός από τα τεύχη του “Τερματοφύλακα γιατρού” που επανακυκλοφορούν πρόσφατα. Πάλι αδικημένος ο τερματοφύλακας, αυτή η καταδικασμένη φιγούρα που στο αληθινό ποδόσφαιρο υποχρεούται να μπλοκάρει, αντί να σκοράρει και στο πρώτο επιτραπέζιο ποδοσφαιράκι ήταν σαν να έπασχε και αυτός, σαν άλλος Πετρουτσιάνι, από ατελή οστεγένεση, ή από κάποιο άλλο είδος υποπλασίας ή αγενεσίας των κάτω άκρων, αναγκασμένος “να στέκεται μπροστά από τα δίχτυα μονίμως με ανοιγμένα τα χέρια, λες και κάποιος τον απειλεί με όπλο. Λες και υποχρεώθηκε σε μία αιώνια τιμωρία όπως εκείνη του Άτλαντα που έπρεπε να κρατάει τον ουράνιο θόλο”.

Ίσως αυτό να εξηγεί ένα μέρος της απρέπειας του πανηγυρισμού του Αργεντινού τερματοφύλακα Εμιλιάνο Μαρτίνες, ο οποίος, μετά τον τελικό με τη Γαλλία, ο οποίος κρίθηκε, σε μεγάλο βαθμό, χάρη στις σωτήριες επεμβάσεις του, τοποθέτησε το “χρυσό γάντι” που του απονεμήθηκε ως το βραβείο του καλύτερου τερματοφύλακα της διοργάνωσης, εν είδει φαλλικού συμβόλου, πάνω του.

Άλλος ένας λιβιδινικός ιδιοτροπισμός του γκολκιπερ που γλιτώνοντας τον “ξαφνικό θάνατο” στο γήπεδο ξεσπά σε μια εφηβόμορφα αχαλιναγώγητη σεξουαλικοποιημένη κινησιολογία υποκατάστασης της ενόρμησης του “θανάτου” -τον οποίο μπλόκαρε αποκρούοντας δύο πέναλτι- από μια πρωτόγονα και ακατάσχετα ανάρμοστη ενόρμηση της “ζωής”. Ο ΕμιλιάνοΜαρτίνες, ζώντας το όνειρο της κατάκτησης του Παγκοσμίου κυπέλλου, με τον ανάρμοστο πανηγυρισμό του δικαίωσε τον Jung που υποστήριζε ότι: «το σύμβολο δεν μεταμφιέζει, αλλά αποκαλύπτει». Μια Φροϋδική ερμηνεία θα μπορούσε να μιλήσει για τα φαλλικά συνδηλούμενα ενός χρυσού παπουστιού ή ενός χρυσού γαντιού ή ακόμη και του ίδιου του κυπέλλου. Ο Αργεντίνος γκολκίπερ, όμως, όπως έκλεινε σωστά τις γωνίες της εστίας του, απέναντι στους αντίπαλους επιθετικούς έτσι δεν αφήνει φροϋδικά περιθώρια ανάλυσης στα «παραθυράκια» του ασυνειδήτου του, αφήνοντας να φανεί το «έκδηλο περιεχόμενο του ονείρου» της εκπληρωμένης κατάκτησης του Mundial. Μας δείχνει ανοιχτά και ξεδιάντροπα τι ακριβώς σημαίνει για τις ακατέργαστες, ασυνείδητες παρορμήσεις του το χρυσό γάντι –ως υποκατάστατο και «θήκη» χεριού- που του απονεμήθηκε, τοποθετώντας το στην περιγεννητική του περιοχή και εν συνεχεία πιπιλώντας το, σε μια αραφινάριστη εξεικόνιση της στοματικής καθήλωσης.

Άλλη μία κινητική ιδιοτυπία αυτής της “πλαστικής” φιγούρας που, όπως διαβάζουμε πάλι στο εσώφυλλο του “Τερματοφύλακα γιατρού”, στέκεται μπροστά από τα δίχτυα και κρατιέται στο παιχνίδι με μια πλαστική ράβδο η οποία τη μετακινεί δεξιά και αριστερά. Πάντοτε με τα χέρια ανοιχτά, σε ένα παιχνίδι όπου οι άλλοι απαγορεύεται να τα χρησιμοποιήσουν.

Σε αυτή τη θέση που διαλέγουν όλα τα παιδιά που πιστεύουνε πως είναι ‘ξεχωριστά’, ιδιαίτερά, όλοι οι μικροί παίκτες που ο ψυχισμός τους μπορεί να ενσωματώσει τον παραλογισμό του να διαλέγεις τη μόνη θέση που σου επιτρέπει να πιάνεις τη μπάλα με τα χέρια σ’ ένα παιχνίδι που λέγεται ποδόσφαιρο. Την ασκητική στάση της (αυτά-)πάρνησης του σκοραρίσματος που θέτει την ιδιαίτερη προσωπική ικανότητα στην υπηρεσία του κοινού καλού. Ο τερματοφύλακας ποτέ δε θα σκοράρει, φοράει γάντια και μακρυμάνικη στολή με διαφορετικά χρώματα απ’ τις εμφανίσεις των συμπαικτών του. Αυτά είναι τα διάσημα του οφικίου του, που τα φέρει με τίμημα το άγχος του διαρκώς αμυνόμενου και την περιορισμένη συμμετοχή στη διαρκώς εξελισσόμενη δράση του παιχνιδιού, ενώ όλοι, φίλαθλοι και συμπαίκτες περιμένουν από αυτόν τη διαρκή επαλήθευση του «παπικού αλάθητου», καθώς κάθε λάθος του σημαίνει «γκολ» για την αντίπαλη ομάδα.

Τερματοφύλακας έπαιζε μικρός ο εκλιπών Πάπας Ιωάννης Παύλος Β´, στην Πολωνία. Αργότερα, πριν γίνει κληρικός σε μια κρυφή ιερατική σχολή στην κατεχόμενη από τους Ναζί Πολωνία, είχε κάνει και τον ηθοποιό. Ώσπου, στο τέλος, ο κόσμος ολόκληρος έγινε η θεατρική σκηνή του “Όλος ο κόσμος είναι μια σκηνή……και κάθε άνθρωπος παίζει πολλούς ρόλους’’ όπως έγραψε ο Σαίξπηρ. Και ο Κάρολ Βοϊτίλα, ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β’ διαδραμάτισε με επιτυχία πολλαπλούς ρόλους. Φωτισμένος πνευματικός ηγέτης ενός δισεκατομμυρίου πιστών, υπέρμαχος της ειρήνης και πολέμιος της βίας, χτυπημένος από τη νόσο του Parkinson, κατά πολλούς θεωρούμενος ως ο θρησκευτικός ενορχηστρωτής της πτώσεως του υπαρκτού σοσιαλισμού, θα μείνει στην ιστορία ως ο Πάπας που ζήτησε συγγνώμη για τις σταυροφορίες και για την –υπό το πρόσχημα της αναζήτησης της αλήθειας- χρήση βίας από την Καθολική Εκκλησία κατά το παρελθόν.

Επί της παποσύνης του συνάφθηκαν για πρώτη φορά σχέσεις ανάμεσα στο Βατικανό και στο κράτος του Ισραήλ, ενώ απηλλάγη το εβραϊκό έθνος από το αμάρτημα του ‘φόνου του Ιησού’…..

 

Ο Xρίστος Χ. Λιάπης  είναι :

Ψυχίατρος – Διδάκτωρ Παν/μίου Αθηνών MD, MSc,PhD

Πρόεδρος ΔΣ ΚΕΘΕΑ

Μέλος Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας

[email protected]