Για τους γνώστες της περιοχής, πίσω από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, βρίσκεται η χερσόνησσος της Κριμαίας. Μια κρίση που ξεκίνησε επίσημα το 2014 αλλά έχει τις ρίζες στα μέσα του προηγούμενου αιώνα, πυροδοτεί επεισόδια με την Ρωσία να θέλει να κλείσει την έξοδο προς τη θάλασσα της Ουκρανίας γονατίζοντάς την οικονομικά.

Αφότου στρατιωτικές δυνάμεις χωρίς διακριτικά πήραν τον έλεγχο της χερσονήσου το 2014 (ο Πούτιν παραδέχτηκε εντέλει ότι ήταν Ρώσοι το 2015) και οργάνωσαν βιαστικά δημοψήφισμα που προσέδωσε μια επίφαση νομιμότητας στην ένωση της χερσονήσου με τη Ρωσία, ρωσικά διαβατήρια εκδόθηκαν αυτομάτως για τους 2,4 εκατομμύρια κατοίκους της Κριμαίας.

Η Ρωσία έχει εργαστεί σκληρά για την ένταξή της στο ρωσικό δικαστικό σύστημα, έχει διοχετεύσει σημαντικά κονδύλια στην περιοχή, και έχει ενθαρρύνει ενεργά τους Ρώσους να εγκατασταθούν εκεί. Ο Κορίνεβιτς εκτιμά ότι από το 2014 περίπου μισό εκατομμύριο Ρώσοι έχουν μεταναστεύσει στην Κριμαία, πέραν των τεράστιων αριθμών στρατιωτών που βρίσκονται εκεί.

Νόμοι για τον εξτρεμισμό και την τρομοκρατία χρησιμοποιούνται για τη φίμωση των αντιφρονούντων, και ιδίως εκείνων που ανήκουν στους Μουσουλμάνους Τατάρους της Κριμαίας, της μοναδικής μεγάλης σε αριθμό ομάδας που οργανώθηκε ειρηνικά απέναντι στην προσάρτηση. Η Ρωσία ανακήρυξε το σώμα που διοικεί τη μειονότητα, τους Μετζλί, τρομοκρατική οργάνωση και φυλάκισε περισσότερους από 100 Τατάρους της Κριμαίας ως τρομοκράτες.

Διπλωματικά η Ουκρανία κατάφερε το νέο καθεστώς να μην αναγνωριστεί από την πλειοψηφία των χωρών. Πέραν αυτού όμως ουδέν.

Το γεγονός που ενόχλησε τη Μόσχα στη διάρκεια του 2021, ήταν ο νέος νόμος της Ουκρανίας για τους αυτόχθονες λαούς. Ορίζοντας τους «αυτόχθονες λαούς» ως μειονότητες που δεν διαθέτουν δική τους κρατική οντότητα εκτός της Ουκρανίας, ουσιαστικά αναφέρεται μόνο σε τρεις ομάδες, τους Τατάρους της Κριμαίας, τους Κριμτσάκους και τους Καραΐτες, που επίσης προέρχονται από την Κριμαία, ενώ παράλληλα αποκλείει τους Ρώσους, τη μεγαλύτερη μειονότητα εντός της ουκρανικής επικράτειας.

Η νομοθεσία αποτελεί ρητά μέρος της στρατηγικής της Ουκρανίας για την ανάκτηση της Κριμαίας και την αμφισβήτηση της ρητορικής της Ρωσίας ότι «η Κριμαία ήταν πάντα ρωσική». Ο Πούτιν έχει επικρίνει επανειλημμένως αυτή την κίνηση, συγκρίνοντάς την ακόμη και με τους φυλετικούς νόμους της ναζιστικής Γερμανίας. Από εκεί προκύπτουν και οι συχνοί ισχυρισμοί της Ρωσίας περί «γενοκτονίας» των ρωσόφωνων από την Ουκρανία.

Η Ρωσία αποκάλεσε «γενοκτονία» και την απόφαση της Ουκρανίας το 2014 να αποκόψει την παροχή νερού προς την Κριμαία, αλλά και την ανατίναξη ηλεκτρικών πυλώνων στη νότια Ουκρανία από ακτιβιστές το 2015, μέσω της οποίας διακόπηκε και η παροχή ηλεκτρικού ρεύματος.

Η Ουκρανία προσφέρθηκε να αποκαταστήσει την ηλεκτροδότηση, βάσει μιας σύμβασης με την «κατεχόμενη ουκρανική επικράτεια της Κριμαίας», όμως η Ρωσία αρνήθηκε. Η ουκρανική κρατική στρατηγική ορίζει ότι η παροχή νερού θα αποκατασταθεί όταν η Κριμαία επανέλθει στον έλεγχο της Ουκρανίας. Η διακοπή της υπήρξε καταστροφική για το βόρειο τμήμα της χερσονήσου και πιθανός στόχος της νέας ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία θα ήταν η κατάληψη του ουκρανικού νότου και η αποκατάσταση της υδροδότησης της περιοχής.

Η αρχή του κακού

Στις αρχές του 1954 το Ανώτατο Σοβιέτ της Σοβιετικής Ένωσης πήρε μία απόφαση, που δημιούργησε όλα τα δεινά που υφίσταται μέχρι σήμερα η περιοχή της Κριμαίας. Με εισήγηση του ουκρανικής καταγωγής γενικού γραμματέα του ΚΚΣΕ, Νικίτα Κρούστσεφ, η Κριμαία αποσπάστηκε από τη ΣΣΔ της Ρωσίας και εντάχθηκε στη ΣΣΔ της Ουκρανίας. Έτσι, όταν διαλύθηκε η Σοβιετική Ένωση το 1991 και η Ουκρανία κήρυξε την ανεξαρτησία της, η Κριμαία παρέμεινε στην επικράτειά της. Από την πρώτη στιγμή, η ρωσική πλειονότητα των κατοίκων της Κριμαίας αντέδρασε και ζήτησε την ένωση με τη Ρωσία, αλλά στις 19 Μαΐου του 1992 το Κοινοβούλιο της Κριμαίας ψήφισε την παραμονή της Κριμαίας στην Ουκρανία με καθεστώς αυτονομίας.

Η περιοχή της Κριμαίας εξακολουθεί να βρίσκεται υπό διαρκή αναταραχή, αλλά τα πράγματα φαίνεται να ησυχάζουν, όταν το 1997 η Ουκρανία νοικιάζει για 20 χρόνια τον ναύσταθμο της Σεβαστούπολης στη Ρωσία. Οι ρωσικές δυνάμεις παραμένουν στην Κριμαία και εγγυώνται κατά κάποιο τρόπο την εξασφάλιση των δικαιωμάτων των ρωσόφωνης πλειονότητας. Τρία χρόνια νωρίτερα, η Ρωσία είχε υπογράψει το «Μνημόνιο της Βουδαπέστης» μαζί με τις άλλες τέσσερις πυρηνικές δυνάμεις της εποχής (Αγγλία, Γαλλία, ΗΠΑ, Κίνα), με το οποίο εγγυάτο την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας.

Και φτάνουμε στις 21 Νοεμβρίου του 2013, όταν ξεσπά λαϊκή αντίδραση στην Ουκρανία, εξαιτίας της άρνησης του φιλορώσου προέδρου Γιανούκοβιτς να υπογράψει τη συμφωνία σύνδεσης της χώρας του με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Οι καθημερινές διαδηλώσεις στην κεντρική πλατεία του Κιέβου «Μαϊντάν» λαμβάνουν κινηματικό χαρακτήρα και στις 22 Φεβρουαρίου του 2014 ο πρόεδρος Γιανούκοβιτς εγκαταλείπει την εξουσία, κάτω από το βάρος της διογκούμενης λαϊκής πίεσης. Οι ρωσόφωνοι της Κριμαίας βρίσκουν την ευκαιρία να θέσουν υπό τον πλήρη έλεγχό τους την περιοχή, παρά την αντίδραση της διεθνούς κοινότητας, και με το δημοψήφισμα της 16 Μαρτίου να ζητούν την επανένταξή τους στη μητέρα Ρωσία. Δυο μέρες αργότερα η Κριμαία ενσωματώθηκε στην Ρωσική Ομοσπονδία, παρά την αντίδραση της Ουκρανίας και της Δύσης, που δεν αναγνωρίζουν μέχρι σήμερα την προσάρτησή της.

Με πληροφορίες από: Politico, SanSimera.gr, in.gr