Συνεχίζονται, σήμερα Τετάρτη 11 Ιανουαρίου, από κλιμάκια μηχανικών της ΔΑΕΦΚ και της ΚΤΥΠ οι έλεγχοι των ζημιών σε σπίτια στα χωριά της Πέτρας, του Υψηλομετώπου και της Στύψης που έχουν πληγεί από τη σεισμική διεργασία των τελευταίων ημερών στη βόρεια Λέσβο.

Έως και το βράδυ της Τρίτης από τα 109 σπίτια που ελέγχθηκαν, τα 19 βρέθηκαν ότι χρειάζονται επισκευή και χαρακτηρίσθηκαν «κίτρινα».

Σήμερα παραμένουν κλειστά για τρίτη ημέρα τα σχολεία πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης του Δήμου δυτικής Λέσβου ενώ τα συνεργεία των μηχανικών του Δήμου συνεχίζουν τις δικές τους αυτοψίες σε όλα τα σχολικά κτήρια.

Στο μεταξύ ανησυχία επικρατεί στους κόλπους των σεισμολόγων. Ο σεισμολόγος Γεράσιμος Παπαδόπουλος, μιλώντας στο MEGA, για τη Λέσβο ανέφερε πως, υπάρχει μία γενική επιφύλαξη τους κύκλους των σεισμολόγων, η οποία προκύπτει από πολλούς λόγους. Ο πρώτος είναι ότι μέχρι τώρα έχουν γίνει τρεις ισχυροί σεισμοί, η όλη εικόνα δεν δείχνει αναμφισβήτητα μία ομαλά εξελισσόμενη φυσική μετασεισμική ακολουθία. Ο δεύτερος λόγος είναι ότι η σεισμική δραστηριότητα εξελίσσεται πάνω στο χερσαίο τμήμα του νησιού, και αυτό σημαίνει ότι βρισκόμαστε κοντά σε πόλεις και κωμοπόλεις και χωριά και οικισμούς. Άρα είναι πολύ πιο εκτεθειμένοι από το εάν ήταν σε θαλάσσιο χώρο όπως είναι για παράδειγμα στην κρητική θάλασσα. Ο τρίτος λόγος είναι ότι η περιοχή έχει σεισμικό ιστορικό, όπως για παράδειγμα το 1867, παρόλο που δεν είναι το μεγάλο ρήγμα της Αγίας Παρασκευής που σχίζει το νησί κυριολεκτικά στη μέση. Είναι ένα παρακείμενο ρήγμα με μικρότερες διαστάσεις».

«Προκύπτει από εκτιμήσεις σεισμολόγων ότι το ενδεχόμενο ενός μεγαλύτερου σεισμού είναι ανοιχτό, δεν έχει κλείσει. Η εικόνα που παίρνουμε για την σεισμικότητα της Λέσβου είναι ελλιπής γιατί η περιοχή βρίσκεται στα γεωγραφικά όρια του σεισμογραφικού δικτύου και χάνουμε πολλούς μικρούς σεισμούς και δεν τους καταγράφουμε και δεν τους λαμβάνουμε υπόψιν στους υπολογισμούς. Χρειάζεται να τους καταγράφουμε πλέον, είναι κοινωνικό το ζήτημα», πρόσθεσε ο κ. Παπαδόπουλος.

«Προτείνω την άμεση μεταφορά και τοποθέτηση φορητών σεισμογράφων, που θα έχουν την δυνατότητα άμεσης μετάδοσης των καταγραφών στα σεισμογραφικά κέντρα έτσι ώστε να καλυτερεύσουμε δραστικά την ακρίβεια και την λεπτομέρειες των δονήσεων που γίνονται στην περιοχή. Η στατιστική των σεισμών είναι γνωστή. Κατά μέσο όρο στην Ελλάδα κάθε χρόνο γίνεται σεισμός μεγέθους 6 Ρίχτερ ή και μεγαλύτερο. Το 2021 είχαμε 4 τέτοιους σεισμούς», κατέληξε.