Η εκλογή του Ν. Ανδρουλάκη στην ηγεσία του ΚΙΝΑΛ/ΠΑΣΟΚ αναπτέρωσε πολλές ελπίδες για δυναμική ανασυγκρότηση του γενικώς εννοούμενου ως κεντρώου χώρου στη χώρα. Αυτό που πολλοί στην Ευρώπη θα αποκαλούσαν Σοσιαλδημοκρατία, στην Ελλάδα έχει συρρικνωθεί λόγω πολιτικών αλμάτων της γνήσιας Αριστεράς.

Είναι λοιπόν εφικτή μια τέτοια επιστροφή; Από την οπτική γωνία κάποιου που βρίσκεται στην αντίπερα όχθη, του φιλελευθερισμού, κάτι τέτοιο είναι εξαιρετικά δυσχερές. Οχι βέβαια λόγω κάποιου αρνητικού προσδιορισμού του νέου ηγέτη. Αντίθετα, αυτός συγκεντρώνει πολλά προσόντα για να προχωρήσει σε πετυχημένη αναδιάταξη του χώρου. Εχουν αναφερθεί πολλά για το ζήτημα αυτό που δεν υπάρχει λόγος να επαναλάβω. Το πρόβλημα βρίσκεται στις ρεαλιστικές κοινωνικές συνιστώσες που κάνουν εξαιρετικά δύσκολη μια επανάκαμψη της σοσιαλδημοκρατίας. Είχα παλαιότερα αναφερθεί εκτενώς στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα στην εποχή μας («Φρούδες Ελπίδες για τη Σοσιαλδημοκρατία».

Για να μην επαναλάβω τον εαυτό μου, θα αναφερθώ σε κάποια διαφορετικά ζητήματα. Οι κοινωνίες σήμερα αντιμετωπίζουν έντονους εσωτερικούς κοινωνικούς μετασχηματισμούς με ιδιαίτερη έμφαση στο εργασιακό περιβάλλον. Ο συνδικαλισμός σταδιακά περιθωριοποιείται με αποτέλεσμα τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα να χάνουν ένα μεγάλο κομμάτι των συμμαχιών που παραδοσιακά τα στήριζαν. Αντίστοιχα η πρόοδος της τεχνολογίας σταδιακά περιθωριοποιεί και την ισχύ του δημόσιου τομέα της οικονομίας. Αυτό σημαίνει συρρίκνωση ουσιαστικά της ισχύος των δημόσιων συντεχνιών που παραδοσιακά συνέθεταν τους πανίσχυρους πυλώνες πάνω στους οποίους οικοδομούσε την πολιτική της παρουσία η Κεντροαριστερά.

Κοντολογίς, οι αλλαγές στο προφίλ των νέων εργαζομένων αλλά και στα νέα δεδομένα των κοινωνικών αναλήψεων περί ατομικισμού, εξασφάλισης πετυχημένων επαγγελματικών καριερών και συρρίκνωσης των αντιλήψεων περί κοινής και ομαδικής δράσης κάνουν τα συνθήματα της σοσιαλδημοκρατίας ελάχιστα ελκυστικά και πειστικά.

Η σύγκρουση των δύο πόλων, ορθόδοξης Αριστεράς και φιλελεύθερης Δεξιάς, κυριαρχούν πλέον στο πολιτικό σκηνικό. Πάνω βέβαια σε ένα δίπολο που διαφέρει από το παλιό πάνω στη βάση αποδοχής ή όχι του συστήματος. Οποιες αντιρρήσεις πάνω στις πολιτικές κατευθύνσεις της κυβέρνησης τις απορροφά πλέον σήμερα η επιλογή στήριξης του συστήματος. Που απειλείται από μια Αριστερά σχετικών ακροτήτων. Που όμως αντιστρατεύεται τον ατομικισμό που έχει πλέον ενσωματωθεί στη λεγόμενη «κανονικότητα». Κάθε κίνηση προς κάτι τρίτο διακινδυνεύει την επιβίωση του συστήματος. Και ο όποιος κεντρώος φοβάται να διακινδυνεύσει κάτι τέτοιο. Εκεί ακριβώς βρίσκεται η σημαντική ισχύς της ΝΔ.

Οσοι συστημικοί ψηφοφόροι έχουν ήδη προσεγγίσει τον ΣΥΡΙΖΑ, και που προσβλέπουν στην εξουσία, δύσκολα θα τον εγκαταλείψουν κυνηγώντας χίμαιρες. Οι μηχανισμοί εξουσίας της σοσιαλδημοκρατίας δεν υπάρχουν πλέον. Ενώ την επιλογή αντισυστημικών κινήσεων οι εκλογείς αυτοί την έχουν ήδη κάνει. Εκτιμώ πως δύσκολα θα εγκαταλείψουν οριστικά το νέο τους κατάλυμα. Εξάλλου, ανησυστημικοί αμφισβητίες για τη δουλειά αυτή υπάρχουν και δεξιά (φασιστικά μορφώματα) και αριστερά (ΚΚΕ, ΜέΡΑ25, ΑΝΤΑΡΣΥΑ).

Η σοσιαλδημοκρατία που εκπροσωπεί την «εντός συστήματος» αμφισβήτηση δεν διαθέτει πλέον τον κοινωνικό χώρο για να δημιουργήσει τις απαραίτητες συ-σπειρώσεις. Εξού και οι προοπτικές της είναι μάλλον αποκαρδιωτικές…

Ο «ατομικισμός» που ανέφερα πως χαρακτηρίζει εντονότερα πλέον την κοινωνία και που δεν κάνει πλέον τα σοσιαλδημοκρατικά συνθήματα ελκυστικά, συνδέεται με τη στροφή της απασχόλησης από τη μεταποίηση στις τεχνολογίες και την ατομική δημιουργικότητα.

Από το 2002 ήδη η τάση είχε επαρκώς περιγράφει από τον Richard Florida («The Rise of the Creative Class», Basic Books). Η μεταμόρφωση των κοινωνικών τάσεων, επαγγελματικών κατηγοριών και εκλογικών συμπεριφορών είχαν από τότε αρχίσει να σημειώνονται. Τώρα είναι περίπου κυρίαρχες και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Συχνά μάλιστα παρασύρονται από περίεργους και δυσεξήγητους λαϊκισμούς. Μόνο αν η σοσιαλδημοκρατία επιχειρήσει να αντιμετωπίσει την Αριστερά στο γήπεδό της, αντί να περιμένει να αναστήσει παλιούς δικούς της μηχανισμούς και θέσφατα, έχει κάποια ελπίδα αναδιαπίστευσης. Οχι όμως ιδιαίτερα μεγάλη…

  • το άρθρο δημοσιεύεται στα Νέα