Οι υποσχέσεις του πρώην πρωθυπουργού προαναγγέλλουν νέα αφαίμαξη της μεσαίας τάξης

ΤΑΣΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΥ

Τον δρόμο της φορολογικής αφαίμαξης, ανάλογη με αυτήν που επέβαλε την περίοδο 2015 – 2019, δείχνει ο Αλέξης Τσίπρας με όσα ζητεί και υπόσχεται πως θα εφαρμόσει εφόσον επανέλθει στην καρέκλα της εξουσίας. Το πού θα βρει τα χρήματα αποτελεί ένα ερώτημα που έχει μόνο μία απάντηση: αύξηση των φόρων που με κόπο μείωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

Ο Αλέξης Τσίπρας ζητεί μείωση του ΦΠΑ και του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης, κάτι που θα αφαιρέσει από τα κρατικά έσοδα περίπου 3,5 δισ. ευρώ ουσιαστικά με μία κίνηση. Την ίδια στιγμή έχει υποσχεθεί απίστευτες αυξήσεις, κάτι που θα συμπεριλάβει και στο πρόγραμμα που θα παρουσιάσει στις αρχές του νέου έτους.

Το παράδειγμα της Ισπανίας που επικαλείται (και το οποίο ήρθε να υποστηρίξει από κοντά και το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη) δεν έχει καμία απολύτως σχέση με την κατάσταση στην Ελλάδα. Πέραν του γεγονότος πως η Ισπανία δεν έχει υποστεί τη βάσανο των μνημονίων υπάρχουν δύο ακόμη δεδομένα.

  1. Ο λόγος χρέους προς το ΑΠΕ της Ισπανίας είναι 100% ενώ της Ελλάδας είναι 170%.
  1. Το δεύτερο εξάμηνο του χρόνου που φεύγει, η Ισπανία είχε μεγαλύτερο πληθωρισμό από την Ελλάδα.

Αφαιρώντας τα 3,5 δισ. από τα κρατικά ταμεία ο Αλέξης Τσίπρας ουσιαστικά προτείνει επαναφορά της χώρας στο καθεστώς της φορομπηχτικής λογικής σε βάρος νοικοκυριών και επιχειρήσεων με κεντρικό στόχο τη μεσαία τάξη. Αλλος δρόμος για την κάλυψη των απωλειών που θα υποστούν τα κρατικά δεν υπάρχει και το γνωρίζει.

Είναι άλλωστε ο πρωθυπουργός που, χτυπώντας τα νταούλια για να χορέψουν οι αγορές, έφερε σε μια τετραετία 29 νέους φόρους πέραν των τραγικών μειώσεων σε μισθούς και συντάξεις, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τις μελέτες του ΟΟΣΑ και του ΔΝΤ, οι οποίες κατέγραφαν την έκταση της επίθεσης που δέχθηκε η οικονομία. Και η οποία σημειωτέον δεν αφορούσε μόνο τη μεσαία τάξη αλλά και τα χαμηλότερα οικονομικά στρώματα.

Την ίδια στιγμή, ο Αλέξης Τσίπρας είναι και ο πρωθυπουργός που αύξανε το ΦΠΑ ενώ από το βήμα της Βουλής τόνισε πως μια μείωσή του δεν θα ωφελούσε κανέναν και κυρίως δεν θα έφτανε στους πολίτες ανεξαρτήτως των προϊόντων που θα αφορούσε.

Επί της ουσίας τώρα, με τη λογική αυτήν ο Αλέξης Τσίπρας είναι έτοιμος να καταργήσει κάθε παρέμβαση που έγινε από την κυβέρνηση Μητσοτάκη προκειμένου να παρουσιάσει ένα εύπεπτο λαϊκίστικο αφήγημα που κρύβει πίσω του τη λογική του ίδιου και του ΣΥΡΙΖΑ.

Η πολιτική της μείωσης των φόρων είναι χαρακτηριστικό πως εφαρμόστηκε από τον Κυριάκο Μητσοτάκη την επομένη των εκλογών και συνεχίστηκε εν μέσω διαδοχικών, διεθνούς επιπέδου, κρίσεων.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατάφερε:

  1. Να μειώσει φόρους και ασφαλιστικές εισφορές.
  1. Να αυξήσει δύο φορές τον κατώτατο μισθό και να έχει προγραμματίσει μία ακόμη για τον προσεχή Μάιο.
  1. Να αυξήσει συντάξεις.
  1. Να μειώσει μέχρι και τον ΕΝΦΙΑ (που ο Τσίπρας θα καταργούσε, αλλά τελικά αύξησε)

Παράλληλα, στήριξε την κοινωνική συνοχή και στην πανδημία και τώρα με την κρίση στην ακρίβεια και την οικονομία.

Πώς; Διέθεσε 52 δισ. Και συνεχίζει να στηρίζει. Τον Ιανουάριο για παράδειγμα η επιδότηση στην ενέργεια θα αγγίξει τα 840 εκατ. ευρώ, ποσό διπλάσιο από αυτό που διατέθηκε τον προηγούμενο μήνα. Επίσης θα παρατείνει και την επιδότηση στο πετρέλαιο θέρμανσης. Διότι κανείς δεν πρέπει να ξεχνά πως η σημερινή τιμή οφείλεται στην κρατική επιδότηση ύψους 0,25 σεντς στην πηγή.