Η Ελένη Βλάχου έδωσε στη δικτατορία το πρώτο πλήγμα. Το κλείσιμο των εφημερίδων της ήταν καταστροφικό για την ίδια, αλλά έσωσε την τιμή τής συντηρητικής παράταξης. Η απουσία της «Καθημερινής» και της «Μεσημβρινής» από τα περίπτερα την επομένη του πραξικοπήματος ειδοποιούσε ότι οι σφετεριστές της εξουσίας δεν εκπροσωπούσαν τίποτα και κανέναν. Η Βλάχου δεν ήθελε την Ελλάδα στον γύψο. Και προπαντός, δεν ήθελε τη λογοκρισία.

Έτσι, ένα και μόνο φύλλο της κραταιάς Καθημερινής κυκλοφόρισε κατά την διάρκεια της επταετίας. Ήταν το φύλλο με ημερομηνία 21 Απριλίου 1967 το οποίο στην πρώτη σελίδα ενημέρωνε πως «Εξερράγη στρατιωτικόν κίνημα. Συνελήφθησαν πολιτικοί άνδρες». Ανέφερε: «Την 2.30 πρωινήν δύναμις τεθωρακισμένων κατέλαβεν το κέντρον των Αθηνών. Υπό τα έκπληκτα βλέμματα των ολίγων Αθηναίων που εκυκλοφορούν, την προκεχωρημένην αυτήν ώραν, τεθωρακισμένα απέκλεισαν τα Παλαιά Ανάκτορα, ενώ στρατιωτικαί δυνάμεις κατελάμβανον τον ΟΤΕ, τους ραδιοφωνικούς θαλάμους του ΕΙΡ, εις το Ζάππειον και τα υπουργεία».

Η ίδια εξήγησε τους λόγους που την οδήγησαν στην απόφαση να κλείσει τόσο την Καθημερινή όσο και την Μεσημβρινή.

«Φοβόμουν μήπως μου πάρουν την Καθημερινή και άντε να εξηγήσεις στους αναγνώστες ότι δεν είναι η ίδια εφημερίδα. Είχα πει στον Παπαδόπουλο ότι δέχομαι να μου πει ότι δεν θέλει να γράψω κάτι. Δεν θα δεχόμουν να μου πει τι να γράψω. Δεν θα το δεχόμουν ποτέ. Δεν θα έγραφα δηλητηριώδη πράγματα εναντίον του δικού μου κόσμου. Με τη λογοκρισία έχει ζήσει μια εφημερίδα. Είναι μέσα στη φύση της. Η μαμά του Παπαδόπουλου του έλεγε «τι σόι δικτάτορας είσαι εσύ αν δεν μπορείς να έχεις την Καθημερινή. Θέλω την Καθημερινή» αλλά δεν πίστεψα ποτέ τις διαβεβαιώσεις τους ούτε ότι θα αρθεί η λογοκρισία. Τους είπε πως πρώτα θα αρθεί η λογοκρισία και μετά θα επανακυκλοφορούσε την Καθημερινή και την Μεσημβρινή» εξήγησε σε συνέντευξή της στον Γιώργο Δουατζή.

Διαβάστε το χαρακτηριστικό απόσπασμα: 

– Ποιες οι πρώτες εκτιμήσεις;

– Είμαστε καμιά εικοσαριά άνθρωποι, δημοσιογράφοι, και λέγαμε: “Τι θα γίνει; Τι είναι αυτό; Και πέσαμε διάνα. Θα είναι μια καταστροφή, θα έρθουν άνθρωποι σαν αεροπειρατές να πάρουν τον τόπο για το δικό τους συμφέρον. Θα πουν ότι κινδυνεύουμε από κομμουνιστές, ψέμματα. Δηλαδή είναι γραμμένα πράγματα τα οποία είναι ανατριχιαστικά. Αλήθεια σας λέω.

Η εφημερίδα κυκλοφόρησε και το μοναδικό της φύλλο επί χούντας ήταν αυτό.

-Ναι. Εν τω μεταξύ έρχονται αξιωματικοί, κλείνει το τυπογραφείο, κλείνει το πιεστήριο, κλείνουν την πόρτα μας και μένουμε μέσα.

Πότε αποφασίσατε διακοπή της έκδοσης της εφημερίδας;

-Το είχα στο νου μου και ο Κωστάκης(σ.σ. ο σύζυγός της) κι εγώ και μερικοί δικοί μας. Ερχόταν η δικτατορία. Δεν ξέραμε πώς και πότε. Αν ξέραμε μέρες και ποιοι, θα είχαμε κάνει κάτι πιο έξυπνο. Το βλέπαμε ότι κάτι γινόταν, κάτι μαγειρευόταν. Κι εγώ είχα αποφασίσει να την κλείσω, είχα βάλει και χρήματα στην άκρη, για να μπορέσω να την κλείσω. Είχα σκοπό να το κάνω μαλακά, γιατί το φοβόμουν. Πράγματι, το άλλο πρωί δεν βγήκε η «Καθημερινή» και οι άλλες εφημερίδες, το φύλλο της Παρασκευής. Εμείς βγάλαμε ένα φύλλο, οι άλλες δεν ξαναέβγαλαν. Το Σάββατο όμως βγήκαν όλες, γιατί την Παρασκευή το μεσημέρι εστάλη από τη δικτατορία ένας κύριος, απεσταλμένος του Υπουργείου Τύπου με διαταγές: “Η κυρία Βλάχου; Αυτό είναι το χαρτί. Σας παρακαλώ πολύ να ακολουθήσετε αυτές τις διαταγές της νέας στρατιωτικής κυβερνήσεως”.

Που σήμαινε, να τυπώνετε ότι ήθελε η κυβέρνηση των συνταγματαρχών.

– Ναι. Φώναξα τότε τους δικούς μου, τους λέω “Δεν θα βγούμε αύριο και θα δούμε για μεθαύριο και για αντιμεθαύριο”. Ανησύχησε τρομερά η στρατιωτική κυβέρνηση και σε αυτή την καρέκλα που κάθεστε, κατέφθασε ο Παττακός κάποιο βράδυ.

Ο οποίος σας ζήτησε…

-Ο οποίος μου είπε ότι “εμείς το κίνημα το κάναμε για σας κυρία Βλάχου, για να σας προστατεύσουμε. Για μας η «Καθημερινή» είναι το Ευαγγέλιο, δεν πρόκειται να την πειράξουμε καθόλου. Δεν πρόκειται να υπάρχει καμία απαγόρευση για την Καθημερινή, μόνο για τους άλλους”.

Τι εντύπωση σας έκανε;

-Ηλιθίου. Ενώ ο Παπαδόπουλος ήταν έξυπνος, άλλο συμπαθής ή αντιπαθής, ήταν ένας έξυπνος άνθρωπος. Ο Παττακός ήταν φαινόμενο, ήταν για θέατρο, για αθηναϊκή επιθεώρηση.

Ο Παπαδόπουλος, έξυπνος;

-Ήταν ένας άνθρωπος ο οποίος απαντούσε και είχες μια επικοινωνία, έστω και με διαφωνία. Μου έλεγε: “Εγώ θα σας αναγκάσω να βγάλετε την Καθημερινή”. Και του έλεγα: “Μα πώς; Θα με κλείσετε μέσα; Θα με τουφεκίσετε; Να με αναγκάσετε να βγάλω την Καθημερινή δεν μπορείτε”.

Σας είχαν περιορίσει στο σπίτι;

–Όχι ακόμα. Με άφησαν ήσυχη εντελώς. Σταμάτησε η εφημερίδα, σταμάτησαν οι Εικόνες, σταμάτησε η Μεσημβρινή, σταμάτησαν όλα και με είχαν αφήσει ήσυχη. Και είχαν την πεποίθηση ότι “ασ’ την, χαϊδεμένη είναι, μεγάλη γυναίκα είναι, θα αλλάξει ιδέα. Άσε να περάσει λίγος καιρός, θα δει το πράγμα. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς”. Και τους έπεισα να κάνουν υπομονή και έκαναν υπομονή. Κι εγώ μιλούσα αβέρτα, έγραφα αβέρτα, έβριζα, κατά τρόπο, δηλαδή, πολύ ενοχλητικό. Και μια μέρα το βαρέθηκαν και έστειλαν άνθρωπο της Ασφαλείας να με πιάσει.

– Σας συνέλαβαν ή σας περιόρισαν;

-Με συλλάβανε πρώτα, με πήγαν Στρατοδικείο να μου κάνουν μια ανάκριση, μήπως θέλω να τα παρατήσω. Πάντοτε, το θέμα τους ήταν να βγάλω την εφημερίδα, ακόμα και τότε. “Κυρία Βλάχου βγάλτε την εφημερίδα και όλα θα είναι εντάξει” έλεγαν.

Ακολούθησε η δραπέτευσή της, όταν για δεύτερη φορά εξευτέλισε διεθνώς τους συνταγματάρχες που εξακολουθούσαν να φρουρούν επί εικοσιτετραώρου βάσεως το διαμέρισμά της, ενώ εκείνη ακούστηκε να μιλάει από την Ελληνική Υπηρεσία του BBC.

Οπως πλήρωσε για το κλείσιμο των εφημερίδων, πλήρωσε και για την απόδραση. Ο σύζυγός της, απόστρατος αξιωματικός του Ναυτικού, ήρωας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καταδικάστηκε σε φυλάκιση 18 μηνών και οδηγήθηκε στον Κορυδαλλό, με την κατηγορία της «παράνομης οπλοκατοχής». Σε έρευνα που έγινε στο σπίτι τους βρέθηκε το υπηρεσιακό περίστροφό του, που το διατηρούσε με άδεια του Γενικού Επιτελείου.

Ηταν παραμονές Χριστουγέννων όταν έφτασε στο Λονδίνο. Η είδηση έκανε πάταγο. Φωτογράφοι και δημοσιογράφοι την ακολουθούσαν σε κάθε της έξοδο. Κάποιος έστειλε στο δωμάτιο του ξενοδοχείου της ένα δέντρο στολισμένο με γαλανόλευκες μπάλες.

Δικτυώθηκε αμέσως με παλαιούς φίλους, με δημοσιογράφους, με πρόσωπα κύρους και επιρροής. Νοίκιασε δύο ισόγεια δωμάτια σε μια πανσιόν στη Μπελγκρέβια, όπου άρχισαν να την επισκέπτονται Ελληνες και ξένοι.

Οπως έκανε όταν βρισκόταν στο γραφείο της, στην «Καθημερινή», δεχόταν τους πάντες. Αλλά σπάνια πήγαινε εκείνη σ’ αυτούς. Δεν έκανε εξαίρεση και για τον Κωνσταντίνο, που τον περιέγραφε στους ξένους, άλλοτε ως «μάγκα και Ρωμιό» και άλλοτε ως «αγράμματο Μαρουσιώτη» – αν και ο γεωγραφικός προσδιορισμός αναφερόταν στο σχολείο του, τα Ανάβρυτα. Ενα βράδυ που την επισκέφθηκε ο Αρναούτης, φέρνοντας απροειδοποίητα και τον «Μαρουσιώτη» μαζί, έμαθα ότι τον υποδέχθηκε με βαθιά υπόκλιση και ότι χάρηκε ειλικρινά για την επίσκεψή του, αναβαθμίζοντάς τον σταθερά για ένα διάστημα σε «μάγκα και Ρωμιό». Είχε να επικοινωνήσει μαζί του από εκείνη την τραγική νύχτα της 21ης Απριλίου με τα τανκς στους δρόμους της Αθήνας, τις συλλήψεις και τους πυροβολισμούς που την είχε περάσει άγρυπνη στην οδό Σωκράτους 57. Φοβόταν ότι το πνεύμα τού «αποφασίζομεν και διατάσσομεν» θα παραβιάσει από στιγμή σε στιγμή τη βαριά σιδερένια εξώθυρα της «Καθημερινής».

Τα μεσάνυχτα, κάποιο από τα κομμένα τηλέφωνα λειτούργησε. Κάλεσε τα Ανάκτορα. Απάντησε ο Κωνσταντίνος. «Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, μεγαλειότατε;». «Δεν τους ξέρω. Μου έχει αφήσει ευχή και κατάρα ο πατέρας μου να μην εμπλακώ σε πραξικοπήματα ποτέ…». «Κρατηθείτε μακριά τους» του είπε, πριν κλείσει το τηλέφωνο.

Στα σχεδόν επτά χρόνια που έζησε η Ελένη Βλάχου στην Αγγλία δεν άφησε να περάσει μέρα χωρίς να κάνει κάτι εναντίον της χούντας. Νοίκιασε κεντρικό γραφείο, στη Ντιουκ Στριτ κι έβγαλε αμέσως το αγγλόφωνο περιοδικό Hellenic Review, αν και αναγκάστηκε να το κλείσει γρήγορα, γιατί οι συνταγματάρχες έστειλαν σε απάντηση τον Λούνδρα στην απομόνωση. Πήρε μέρος σε συνέδρια. Μίλησε σε πανεπιστήμια. Εγραψε το βιβλίο «House Arrest», με τις εμπειρίες από τον κατ’ οίκον περιορισμό της, αλλά και τις αφόρητες πιέσεις της χούντας να ξαναβγάλει τις εφημερίδες της. Συγκέντρωσε διαμαρτυρίες Ελλήνων πολιτικών και διανοουμένων εναντίον της δικτατορίας και τις εξέδωσε με τίτλο «Free Greek Voices». Εγραψε σε εφημερίδες και περιοδικά. Εμφανίστηκε σε τηλεοπτικά προγράμματα, σε κάποιο μάλιστα μαζί με τον Μίκη Θεοδωράκη. Μίλησε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς. Κατέθεσε στην επί των Εξωτερικών Επιτροπή της αμερικανικής Βουλής, καταρρίπτοντας τα περί «κομμουνιστικού κινδύνου», που υπήρξε το άλλοθι της χούντας για το πραξικόπημα.

Κατέθεσε στο Στρασβούργο, στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, όπου δόθηκαν σκληρές μάχες για την αποπομπή της Ελλάδας από το Συμβούλιο της Ευρώπης. «Και τώρα, τι θα κάνετε που βγάλατε την Ελλάδα από το Συμβούλιο;», τη ρώτησαν. «Θα την ξαναβάλουμε. Με τη Δημοκρατία…». Διά χειρός λόρδου Μπάτλερ, το Διεθνές Ινστιτούτο Τύπου της απένειμε το χρυσούν μετάλλιο για την προάσπιση της ελευθερίας του Τύπου…